Το δρόμο της πολεμικής κλιμάκωσης επιλέγει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για να απαντήσει στις αντίστοιχες προκλήσεις της Αλβανικής κυβέρνησης. Ενώ είναι δεδομένη η αναντιστοιχία των Ενόπλων Δυνάμεων των δύο κρατών, κανείς δεν απαντά στο πραγματικό ερώτημα: γιατί οι ακραίες αντιλήψεις των φασιστών εργαλοποιούνται από τις δύο κυβερνήσεις;
Είναι εύκολο κανείς να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αφενός υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι εσωτερικής πολιτικής που είτε λόγω εκλογών είτε ψήφισης ενός ακόμη αριστερού-ακροδεξιού μνημονίου, πρέπει να καλλιεργηθεί η ένταση, άρα και η απαίτηση “εθνικής ενότητας”.
Από την άλλη μεριά, κανείς δεν μιλά για τον καθορισμό ΑΟΖ μεταξύ των δύο κρατών και τη δράση συγκεκριμένης ιδιωτικής ενεργειακής εταιρείας στην Ήπειρο.
Το Υπουργείο Άμυνας και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κλιμακώνει με στρατιωτικές κινήσεις την απάντησή της στις προκλήσεις που δέχεται από την αντίστοιχη Αλβανική.
Λίγες ημέρες μετά την σύλληψη δύο υπαλλήλων του αλβανικού υπουργείου Εξωτερικών στις 14 Νοεμβρίου επειδή μετέφεραν προπαγανδιστικό υλικό στην Ελλάδα, η Ελλάδα έδωσε αστραπιαία απάντηση. Ελάχιστα 24ωρα μετά την προκλητική συνέντευξη του Αλβανού πρωθυπουργού Έντι Ράμα ο οποίος μίλησε για Τσάμηδες, μεγάλη Αλβανία, αμφισβητούμενες περιοχές στο Ιόνιο κλπ. Το προσωπικό της 8ης Μηχανοποιημένης Ταξιαρχίας πραγματοποίησε βολές βαρέων όπλων Πεζικού, στις 15 και 16 Νοεμβρίου και σήμερα έδωσε αυτές τις φωτογραφίες στη δημοσιότητα.
Ο δρόμος της ειρήνης όμως δεν βρίσκεται στην κλιμάκωση των πολεμικών προετοιμασιών και στις απαράδεκτες επιδείξεις στρατιωτικής βίας.
Βρίσκεται στον κοινό αγώνα των εργαζομένων και της νεολαίας, μαζί με τους γειτονικούς λαούς αλλά και με τους συμπολίτες μας με καταγωγή τις βαλκανικές χώρες που μας συνδέουν κοινές ελπίδες, ανάγκες, δικαιώματα, αλλά και κοινά ταξικά αδιέξοδα από την κλιμάκωση της πρωτόγνωρης βίας της αστικής πολιτικής και των τυχοδιωκτισμών των κυβερνήσεων.