Γράφει ο Νίκος Τζαχρήστας –
Από τον Ιούλιο του 15′ και μετά ειδικά έχουν γραφτεί αναλύσεις επί αναλύσεων και άρθρα επί άρθρων για την καταβαράθρωση του κινήματος και για την ήττα της αριστεράς. Η ήττα πράγματι δεν είναι της φαντασίας μας. Δεν είναι όμως δικαιολογία να είμαστε σε μια αφασία σε ένα συνεχές μοιρολόι για να κλαίμε τον “νεκρό”. Νεκρή δεν είναι η αριστερά γιατί υπάρχει ένα υπόβαθρο, μεγάλοι αγώνες αιματηροί που δεν μπορεί καμιά προπαγάνδα να την καταρρίψει. Το μόνο που νεκρώνει είναι ο λαός ο οποίος σε μεγάλο ποσοστο κάτω από το όριο της φτώχειας κοιτά αποχαυνωμένος τα γεγονότα γύρω του ανίκανος να αντιδράσει αφού η αριστερά κλαίει τον “νεκρό” και το κίνημα που πολεμά στον δρόμο να είναι άφαντο. Βλέπω τους οργανωμένους σχηματισμούς της αριστεράς να ασχολούνται με την επικαιρότητα ρίχνοντας αναθέματα μη αρθρώνοντας μια λέξη για την διέξοδο. Γενικολογίες ευκαιριακές και ακτιβισμοί σε κατάσταση φιέστας. Είναι λίγοι αυτοί που χτυπούν το χέρι στο τραπέζι και είναι εκτός ηγετικών ομάδων.
Το μεγάλο πρόβλημα που μαστίζει το κίνημα και τον λαό είναι ότι δεν έχει βρεθεί και δεν υπάρχει η διάθεση να βρεθεί ένας χώρος, μια ομάδα ανθρώπων, μια συλλογικότητα που θα πιάσει το νήμα της αντίστασης και της ανατροπής από την αρχή. Από την αρχή; Η αριστερά δεν χολαίνει σε υπόβαθρο ιδεολογίας. Σε αυτό που χολαίνει είναι το γεγονός ότι μεθοδολογίες, συμπεριφορές τόσες δεκαετίες που δεν μας έδειξαν τον δρόμο προς το ξέφωτο συνεχίζουν να υπάρχουν. Από την μια η εκπτωτική αριστερά και από την άλλη η σεχταριστική. Ο σταλινισμός, η γραφειοκρατία και και η ολοκληρωτική ένταξη στην αστική νομιμότητα δεν καθιστούν την αριστερά όπως έχει ως απειλή. Το κακό είναι ότι έγιναν πάρα πολλά και μεγάλα λάθη στο παρελθόν που άλλοι χώροι δεν τα αναγνωρίζουν, άλλοι δεν τα βλέπουν και άλλοι δεν τα χρησιμοποιούν ως διδάγματα ώστε να χτίσουν έναν χώρο που θα διαβεί και θα παρασύρει αυτούς που πραγματικά πλήττονται από τον σαρκοβόρο καπιταλισμό προς την ανασυγκρότηση και την ανατροπή. Κατακρίνουμε τον λαό πολλές φορές για ιστορική λήθη αλλά δεν λαμβάνουμε εμείς οι ίδιοι υπόψιν τα εγκληματικά λάθη του παρελθόντος. Η κριτική στάση απέναντι στην ιστορία και τις παρελθούσες πρακτικές τις αριστεράς δεν ακυρώνει τους αγώνες. Η κριτική στάση βοηθά εκείνους τους αιματηρούς αγώνες αλλά και τους καινούριους που θα έρθουν να πιάσουν τόπο για την εργατική τάξη.
Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης η ριζοσπαστική αριστερά έχει ένα πεδίο καθαρό για να κατακτήσει τον λαό και μαζί του να φέρει την ανατροπή. Πεδίο καθαρό γιατί το αστικό κράτος δεν μπορεί και δεν θέλει να υιοθετήσει άλλα κεϋνσιανά παραμύθια. Το αστικό κράτος δεν μπορεί να ξεγελάσει τους πολίτες με κάποια ξεροκόμματα που έριχνε στις εποχές των παχιών αγελάδων την ίδια στιγμή που το κεφάλαιο και οι υμέτεροι έκαναν πλιάτσικο στο δημόσιο χρήμα. Μεγαλοκαρχαρίες, συνήθεις ύποπτοι την “σκαπουλάρουν” από τα δόντια της αστικής δικαιοσύνης ενώ ταυτόχρονα άνθρωποι κάτω από το όριο της φτώχειας-οφειλέτες λόγω της φτώχειας, μικρών ποσών βλέπουν τις μικρές περιουσίες τους να δημεύονται ή να “βάζουν χέρι” στους λογαριασμούς μισθοδοσίας από την εργασία τους και τις συντάξεις τους. Είναι η ελληνική κοινωνία ένα πεδίο που μπορείς να της δείξεις ποιο είναι το συμφέρον της.
Αλλά ποια πραγματικά είναι η στοχοθεσία της αριστεράς και ποια θα έπρεπε να είναι; Είναι ένας ρεαλιστικός στόχος η είσοδος στην βουλή με κάποιο εκλογικό ποσοστό; Και αν είναι αυτός από τους πρωταρχικούς στόχους το ερώτημα είναι τι θα κάνει αν μπει τελικά στην βουλή ένα εξωκοινοβουλευτικό κόμμα; Είναι απειλή ένα αριστερό ριζοσπαστικο κόμμα εντός της βουλής για το αστικό κράτος; Αν ήταν απειλή, έχουμε δει πολλές φορές το αστικό κράτος να παίρνει δραστικά μετρα ενάντια σε κάθε αριστερή απειλή. Παρόλα ταύτα το κράτος προχωρεί ακάθεκτο το καταστροφικό του έργο. Άρα δεν υπάρχει ορατή απειλή για αυτό.
Κρίνοντας τα λάθη του παρελθόντος και τις ανάγκες στο παρόν πιστεύω πως η διέξοδος από την δυσχερή κατάσταση καταρχάς είναι το βάρος να μην πέσει στα ποσοστά εισόδου στο κοινοβούλιο αλλά οι σχηματισμοί θα πρέπει να σταθούνε υποβοηθητικά προς το κίνημα και όχι το κίνημα να είναι υποβοήθηση των κομματικών σχηματισμών. Ο κοινοβουλευτικός δρόμος προς την εξουσία έχει δείξει πως αποτελεί τροχοπέδη για την δημιουργία προϋποθέσεων ανατροπής. αν λάβουμε υπόψιν πως μέχρι στιγμής το κράτος έχει και το μαχαίρι και το καρπούζι. Ο λαός αφού καταλάβει ότι είναι η πλειοψηφία,αφού καταλάβει ότι δεν μπορεί να αποφασίζουν άλλοι για αυτόν, αφού καταλάβει ποιο είναι το ταξικό του συμφέρον μπορεί να αναδυθεί στην εξουσία μέσα από εξεγερσιακές καταστάσεις.
Μια άλλη παράμετρος που απουσιάζει από την σημερινή αριστερά είναι οι προσομοιώσεις μετάβασης σε μια άλλη οικονομία. Υπάρχουν σε μεγάλη πληθώρα επιστήμονες-μέλη κομματικών σχηματισμών όπου με πολύ δουλειά και συνείδηση μπορούν να προσφέρουν σχέδιο σε πολλούς τομείς της κοινωνίας και όχι γενικολογίες, αοριστίες και στρογγυλέματα. Αποτέλεσμα αυτού του στόχου θα είναι να καταδείχθεί ο άλλος δρόμος με στοιχεία και ασκήσεις επί χάρτου και όχι στον αέρα. Η έξοδος από τις νομισματικές και άλλες ενώσεις είναι απλά ένα και μόνο εργαλείο μέσα σε πλήθος εργαλείων και αυτό γιατί δεν δίνει μια έξοδο,ούτε την λύση στο πραγματικό πρόβλημα. Ο εθνικός καπιταλισμός δεν είναι το λιγότερο κακό και σε καμία περίπτωση δεν είναι ο προορισμός. Στο πολύ πρόσφατο παρρελθόν είδαμε ότι ακριβώς επειδή δεν υπήρχαν ακριβείς συντεταγμένες γίναμε αποδέκτες μιας πρωτοφανούς προδοσίας και ήττας. Συντελεστές αυτής της ήττας ήταν και άνθρωποι κλειδιά που θα μπορούσαν να ανακόψουν την πορεία προς την ήττα και όμως δεν το έπραξαν. Ο πολιτικός χρόνος είναι πολύ μικρός για να κρίνουμε πραγματικά ως θεατές που δεν υπήρξαμε συμμέτοχοι στην αιχμή της ροής των γεγονότων. Οι πρωταγωνιστές όμως που έχουν αποστασιοποιηθεί, αποφεύγουν συστηματικά τον απολογισμό των πεπραγμένων τους σε κοινή θέα. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί από ύποπτο εώς και εγωιστικό.
Τέλος θα ήθελα να επισημάνω το γεγονός ότι το αστικό κράτος σε εκατοντάδες περιπτώσεων ξεφεύγει από την ίδια του την αστική νομιμότητα. Αυτό συμβαίνει λόγω της τροπής που έχει πάρει ο παγκόσμιος και εγχώριος καπιταλισμός. Έχουν περάσει ανεπιστρεπτί τα χρόνια όπου μέσα σε ένα κοινωνικό-προννοιακό κράτος ο καπιταλισμός μπορούσε να απολαμβάνει υπερκέρδη. Οι υπερασπιστές της κεϋνσιανής θεωρίας όσο και αν ρητορεύουν υπέρ της ανάκαμψης και της επιστροφής στις ψευδαισθήσεις της ευημερίας για όλους ξέρουν πως δεν υπάρχει επιστροφή. Τέτοιες ελπίδες δεν πρέπει να τρέφουν οι πολίτες και σε καμία περίπτωση στελέχη αριστερών σχηματισμών δεν πρέπεινα δίνουν τέτοιες ελπίδες. Τα νομικά-συνταγματικά καλούπια μέσα στα οποία εξελίχθηκε το ελληνικό κεφάλαιο για δεκαετίες δεν βολεύουν πια ούτε το κράτος ούτε και το κεφάλαιο. Το σύνταγμα, η ποινική δικονομία, οι ηθικοί-άγραφοι μέχρι τώρα νόμοι έχουν γίνει κουρελόχαρτο στον βωμό των συντεχνιακών και πολυεθνικών συμφερόντων. Σύγχρονοι μαρξιστές δηλώνουν την ανάγκη η εργατική τάξη και οι συνδικαλιστικοί φορείς να μετατρέψουν την στάση τους σε αυστηρά επιθετική απέναντι σε κάθε επιθετική ενέργεια του κράτους.”Εφόσον το κεφάλαιο στην πραγματικότητα ελέγχει κάθε ζωτική πλευρά του κοινωνικού μεταβολισμού, έχει την πολυτέλεια να ορίζει την ξεχωριστά την συγκροτημένη σφαίρα της πολιτικής νομιμοποίησης ως αυστηρά τυπικό θέμα. Επομένως αποκλείει a priori την δυνατότητα να αμφισβητηθεί νόμιμα στην ουσιαστική του σφαίρα κοινωνικοοικονομικής αναπαραγωγικής δράσης. Το εργατικό κίνημα, ως ανταγωνιστής του πραγματικά υπάρχοντος κεφαλαίου, εφόσον συμμορφώνεται με αυτούς τους περιορισμούς, μόνο να καταδικαστεί σε μόνιμη ανικανότητα μπορεί.”. I. Meszaros “Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα”.Το αστικό κράτος που ιστορικά υπεράσπιζε και εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της μειοψηφίας του κεφαλαίου, είχε πάντα και το “νόμιμο” δικαίωμα άσκησης βίας. Οπότε όταν κάποιες ομάδες ανθρώπων ή με τις απεργίες ή με τις πορείες διαμαρτυρίας αποφάσιζαν να συγκρουστούν με το αστικό κράτος προσέκρουαν πάνω στο τοίχος της “νόμιμης” μονοπωλιακής βίας. Όσο το αστικό κράτος στενεύεται τόσο θα στενεύει τα όρια της νομιμότητας μέσα στα οποία θα μπορεί να κινηθεί το κίνημα. Όσο το κράτος θα θέτει τα όρια τόσο το κίνημα θα καθίσταται ανίκανο. Το δίκαιο είναι με το μέρος της πλειοψηφίας των εργαζομένων αν αυτοί καταλάβουν το πραγματικό τους συμφέρον.
Σήμερα κάποιο κομμάτι της αριστεράς αποπροσανατολίζει τους πολίτες μιλώντας για εθνική κυριαρχία. Αντικαθιστά το ζητούμενο της λαϊκής κυριαρχίας μέσω της ταξικής συνείδησης με μια ρητορική που κατά παράδοση χρησιμοποιούσε η αστική τάξη όποτε αυτή η ρητορική την βόλευε. Μετά από την μέθη της περιόδου των “παχιών αγελάδων” όπου η αριστερά ήταν σε πλήρη αδυναμία να αναδείξει τις κοινωνικές ανισότητες ερχόμαστε σε μια περίοδο όπου το τοπίο είναι καθαρό, το μεθύσι έχει περάσει αλλά η αριστερά εξακολουθεί να αστοχεί.