Μεγάλη συζήτηση γίνεται το τελευταίο διάστημα σχετικά με το ενδεχόμενο συγκρότησης μεγάλου κυβερνητικού συνασπισμού ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ μετά τις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου. Τηλεαστέρες και πάσης φύσεως πολιτικοί αναλυτές, προβάλλοντας όχι και τόσο αδιάσειστα επιχειρήματα, τάσσονται αναφανδόν υπέρ του εγχειρήματος, ενώ την ίδια στιγμή όλο και περισσότερα κορυφαία στελέχη των δύο κομμάτων συναινούν στο παρασκήνιο.
Λέγεται συχνά ότι όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά, αλλά εδώ φαίνεται πως υπάρχει και κάτι ακόμα. Ο μεγάλος συνασπισμός στην Ελλάδα έχει ήδη συγκροτηθεί. Ήταν ξημερώματα της 14ης Αυγούστου του 2015 όταν 222 βουλευτές από πέντε κοινοβουλευτικά κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, Ποτάμι, ΑΝΕΛ, ΠΑΣΟΚ) ψήφισαν το 3ο μνημόνιο. Είναι μία από τις ελάχιστες φορές στην ελληνική κοινοβουλευτική ιστορία, αν όχι η μοναδική, που ένα τόσο σκληρό και αντιλαϊκό νομοσχέδιο γνωρίζει τόσο ευρύτατη αποδοχή. Πρόκειται για μια πλειοψηφία που όμοιά της δεν εξασφάλισε ποτέ ούτε η Άγκελα Μέρκελ στη γερμανική Βουλή.
Ο μεγάλος συνασπισμός, λοιπόν, έχει ήδη γεννηθεί. Έχει ηγεσίες που μοιάζουν αποφασισμένες και απαλλαγμένες από κάθε είδους «προκαταλήψεις». Έχει μάλιστα και συγκεκριμένο πρόγραμμα, που είναι το μνημόνιο. Έχει και σαφή στόχο που δεν είναι άλλος από τη συνέχιση της λιτότητας, ο οποίος μπήκε απλώς για λίγο στο προεκλογικό «ψυγείο» προκειμένου να διατηρηθεί «φρέσκος». Τώρα το πώς ακριβώς θα (μας) τον σερβίρουν οι Αλ. Τσίπρας και Β. Μεϊμαράκης μετά τις εκλογές θα εξαρτηθεί σε μεγάλο ποσοστό από το εκλογικό αποτέλεσμα. Θα πορευτούν οι δυο τους; Θα χρειαστούν μνημονιακές «τσόντες» από τον Σταύρο Θεοδωράκη, τον Πάνο Καμμένο και τη Φώφη Γεννηματά; Τα πάντα εξαρτώνται από το αποτέλεσμα. Πρόθυμοι υπάρχουν, γι’ αυτό τουλάχιστον δεν πρέπει να αμφιβάλει κανείς…
Αξιοσημείωτο είναι ότι μαζί με τις «στρατιές» των προθύμων εφορμούν και διάφοροι μηχανισμοί προπαγάνδας. Τα γερμανικά ΜΜΕ έσπευσαν σε αναλύσεις τους όλη την προηγούμενη βδομάδα να προδικάσουν τις εξελίξεις, με τον ισχυρισμό ότι «η πλειοψηφία του εκλογικού σώματος στην Ελλάδα επιθυμεί τη συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ για το σχηματισμό μιας κυβέρνησης συνασπισμού με στόχο τη διάσωση της χώρας»! Ανάλογες δημοσκοπήσεις και εκτιμήσεις επικαλούνται και άλλα ξένα και εγχώρια μέσα ενημέρωσης. Ο στόχος είναι προφανής: να χειραγωγηθούν πλήρως οι συνειδήσεις και να επηρεαστεί η βούληση του ελληνικού λαού. «Οι επενδυτές περιμένουν τη συγκρότηση κυβέρνησης συνασπισμού», αναφερόταν σε δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg, το οποίο έρχεται να ενισχύσει πλήρως τις φωνές στο εσωτερικό της χώρας που υποστηρίζουν ότι μια ισχυρή συγκυβέρνηση θα φέρει «σταθερότητα» και επενδύσεις. Οι μηχανισμοί προπαγάνδας έχουν ανάψει τις μηχανές στο φουλ προκειμένου να εμφανίσουν τις τερατώδεις μνημονιακές πολιτικές ως εθνοσωτήριες.
Τα σενάρια που κυκλοφορούν στα δημοσιογραφικά γραφεία είναι πολλά. Τα σχέδια που συντάσσονται στα πολιτικά γραφεία ακόμα περισσότερα. Κυβέρνηση συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ με πρωθυπουργό ένα τρίτο πρόσωπο είναι ένα από τα επικρατέστερα που έχουν πέσει στο τραπέζι.
Ο Β. Μεϊμαράκης, στη διάρκεια του ντιμπέιτ, έφτασε στο σημείο να ζητήσει από τον Αλ. Τσίπρα «ραντεβού» στην Κουμουνδούρου για να συμφωνήσουν τη μετεκλογική κυβερνητική συμπόρευση των δύο κομμάτων, δηλώνοντας παράλληλα ότι ο ίδιος δεν θέλει θέσεις και καρέκλες. Μόλις προχθές, ωστόσο, και προκειμένου να μην κάψει τους κάθε λογής σχεδιασμούς, έσπευσε να δηλώσει ότι αν η ΝΔ είναι πρώτο κόμμα, αυτός θα είναι πρωθυπουργός.
Ο Αλ. Τσίπρας δεν έχει πάρει ακόμα ξεκάθαρη θέση. Από τα προεκλογικά μπαλκόνια ζητάει αυτοδυναμία. Ταυτόχρονα, όμως, δηλώνει και ανοιχτός σε συνεργασίες, αρκεί να μην εκφράζουν το «παλιό». Για έναν 40χρονο πολιτικό, με πρωθυπουργική θητεία μόλις επτά μηνών, αυτή η στάση είναι κατανοητή και εν πολλοίς αναμενόμενη. Παίζει το χαρτί του ηγέτη και θα το παίζει μέχρι τις κάλπες. Αν κερδίσει τις εκλογές, γίνεται ο ρυθμιστής του παιχνιδιού – κι ας είναι η διαφορά των ψήφων ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ που θα καθορίσει τα περαιτέρω. Όπως έλεγαν οι παλιοί, «τα κουκιά θα μετρήσουν». Αν η νίκη υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλη, τότε ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και ΑΝΕΛ (αν μπουν στη Βουλή οι ΑΝΕΛ) βάζουν υποψηφιότητα μέσω διάφορων συνδυασμών για να συγκυβερνήσουν. Αν η διαφορά ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ κινηθεί κάτω από τις δυο μονάδες υπέρ του πρώτου, τότε δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο του μεγάλου συνασπισμού και μάλιστα χωρίς τον Αλ. Τσίπρα πρωθυπουργό. Και είναι βέβαιο ότι μια κυβέρνηση τύπου Παπαδήμου όχι απλώς θα αρέσει στις Βρυξέλλες, στον ΣΕΒ και τους τραπεζίτες, αλλά μάλλον θα αποτελέσει γι’ αυτούς την ευτυχέστερη δυνατή κατάληξη.
Αν πάλι ο Αλ. Τσίπρας χάσει τις εκλογές, μπορεί αυτόματα να μετατραπεί σε πολύτιμη εφεδρεία του συστήματος. Εξάλλου, έχει δηλώσει ότι και από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα στηρίξει την εφαρμογή του 3ου μνημονίου, το οποίο φέρει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του. Άρα δεν πρόκειται να δημιουργήσει πρόβλημα. Μην ξεχνάτε ότι ο Κώστας Καραμανλής, αμίλητος στα έδρανα της Βουλής, από το 2009 μέχρι το δημοψήφισμα αποτελούσε (και για κάποιους ακόμα αποτελεί) εφεδρεία της κεντροδεξιάς. Γιατί, λοιπόν, να μην αναλάβει παρόμοιο ρόλο και ο απερχόμενος πρωθυπουργός για λογαριασμό της κεντροαριστεράς; Με τη δυναμική και την ταχύτητα που τα μνημόνια κατατρώγουν τις ελληνικές κυβερνήσεις, αν ο Αλ. Τσίπρας μείνει για ένα-δυο χρόνια χωρίς κυβερνητική καρέκλα και δεν γίνει ο πρωθυπουργός που θα ψηφίζει διαρκώς νέα σκληρά μέτρα και εφαρμοστικούς νόμους, μπορεί να επιστρέψει στην πολιτική σκηνή και μάλιστα εξαγνισμένος. «Είναι πολύ νέος για να καεί» σημειώνουν με νόημα άνθρωποι που γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματά μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Σε κάθε περίπτωση, μια ευρεία μνημονιακή συγκυβέρνηση φαίνεται ότι αποτελεί κοινό πόθο τόσο της εγχώριας και ξένης ολιγαρχίας όσο και των μεγάλων ευρωπαϊκών κέντρων αποφάσεων. Θετικά τη βλέπουν και οι ηγεσίες του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ, ενώ κάτω από την ομπρέλα της επιδιώκουν να βρουν καταφύγιο και τα υπόλοιπα μνημονιακά κόμματα. Ο μεγάλος συνασπισμός του εγχωρίου συστήματος εξουσίας θα λειτουργήσει σαν ολετήρας κονιορτοποιώντας ακόμα περισσότερο την κοινωνία. Θα χρησιμοποιηθεί σαν όχημα για να ομογενοποιήσει βίαια τις συνειδήσεις. Για να κάμψει τις αντιδράσεις. Για να συντρίψει στις συμπληγάδες του το ΟΧΙ που εκφράστηκε στο δημοψήφισμα. Του ΟΧΙ του ελληνικού λαού που αφορούσε την ισοπέδωση της ζωής του, της δημοκρατίας, της εθνικής κυριαρχίας.
Πηγή: http://unfollow.com.gr