Τετάρτη , 30 Οκτωβρίου 2024

ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ: «Καρδιὰ τῶν καρδιῶν!»

brettakos-1-1

….Μην με μαρτυρήσεις! |Και προπαντός να μην τους πεις | πως μ’ εγκατέλειψε η ελπίδα!

Καθώς κοιτάς τον Ταΰγετο | σημείωσε τα φαράγγια |που πέρασα, | και τις κορφές που πάτησα και τ’άστρα | που είδα.

Πες τους από μένα, |πες τους απ’ τα δάκρυά μου |ότι επιμένω ακόμα πως ο κόσμος| είναι όμορφος! – «Γράμμα στον άνθρωπο τής πατρίδας μου»

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος αναμφισβήτητα είναι ένας από τους μεγαλύτερους ουμανιστές νεοέλληνες ποιητές. Ανάργυρος σε όλη τη ζωή του, λιτοδίαιτος, ανεξίκακος, με περισσή τρυφερότητα που ξεχειλίζει μέσα από τους στίχους του.

 

Τὸ καθαρότερο πράγμα τῆς δημιουργίας

Δὲν ξέρω, μὰ δὲν ἔμεινε καθόλου σκοτάδι.

Ὁ ἥλιος χύθηκε μέσα μου ἀπὸ χίλιες πληγές.

Καὶ τούτη τὴ λευκότητα ποὺ σὲ περιβάλλω

δὲ θὰ τὴ βρεῖς οὔτε στὶς Ἄλπεις, γιατὶ αὐτὸς ὁ ἀγέρας

στριφογυρνᾶ ὡς ἐκεῖ ψηλὰ καὶ τὸ χιόνι λερώνεται.

Καὶ στὸ λευκὸ τριαντάφυλλο βρίσκεις μιὰ ἰδέα σκόνης.

Τὸ τέλειο θαῦμα θὰ τὸ βρεῖς μοναχὰ μὲς στὸν ἄνθρωπο:

λευκὲς ἐκτάσεις ποὺ ἀκτινοβολοῦν ἀληθινὰ

στὸ σύμπαν καὶ ὑπερέχουν. Τὸ πιὸ καθαρὸ

πράγμα λοιπὸν τῆς δημιουργίας δὲν εἶναι τὸ λυκόφως,

οὔτε ὁ οὐρανὸς ποὺ καθρεφτίζεται μὲς στὸ ποτάμι,

οὔτε ὁ ἥλιος πάνω στῆς μηλιᾶς τ᾿ ἄνθη. Εἶναι ἡ ἀγάπη.

 

Γεννήθηκε τη πρωτοχρονιά του 1912 στις Κροκεές Λακωνίας, έφυγε το 1991 στη Πλούμιτσα Λακωνίας.

Έζησε τα παιδικά και τα εφηβικά χρόνια μεταξύ Πλούμιτσας, Κροκεών και Γυθείου. Έφυγε για την Αθήνα το 1929 με στόχο να σπουδάσει, προοπτική που την απέτρεψε η μεγάλη οικονομική δυσχέρεια της εποχής κι αυτήν που αντιμετώπιζε ο ίδιος και η οικογένειά του.

Στρατεύεται με την κήρυξη του πολέμου, επιστρέφει στην Αθήνα μετά την κατάρρευση του μετώπου και εντάσσεται στο ΕΑΜ.

brettakos-3
O Νικηφόρος Βρεττάκος, πρώτος από αριστερά, με λογοτεχνική συντροφιά (1943)

 

Το 1947 γράφει τον «μικρό αγωνιστή»

Ἐλεγεῖο πάνω στὸν τάφο ἑνὸς μικροῦ ἀγωνιστῆ

Πάνω στὸ χῶμα τὸ δικό σου λέμε τ᾿ ὄνομά μας.

Πάνω στὸ χῶμα τὸ δικό σου σχεδιάζουμε τοὺς κήπους

καὶ τὶς πολιτεῖς μας

Πάνω στὸ χῶμα σου εἴμαστε. Ἔχουμε πατρίδα.

Ἔχω κρατήσει μέσα μου τὴ ντουφεκιά σου.

Γυρίζει μέσα μου ὁ φαρμακερὸς ἦχος τοῦ πολυβόλου.

Θυμᾶμαι τὴν καρδιά σου ποὺ ἄνοιξε,

κ᾿ ἔρχονται στὸ μυαλό μου

κάτι ἑκατόφυλλα τριαντάφυλλα

ποὺ μοιάζουνε

σὰν ὁμιλία τοῦ ἀπείρου πρὸς τὸν ἄνθρωπο

-ἔτσι μας μίλησε ἡ καρδιά σου.

Κ᾿ εἴδαμε πὼς ὁ κόσμος εἶναι μεγαλύτερος,

κ᾿ ἔγινε μεγαλύτερος γιὰ νὰ χωρᾷ ἡ ἀγάπη.

Τὸ πρῶτο σου παιγνίδι: Ἐσύ.

Τὸ πρῶτο σου ἀλογάκι: Ἐσύ.

Ἔπαιξες τὴ φωτιά. Ἔπαιξες τὸ Χριστό.

Ἔπαιξες τὸν Ἀη-Γιώργη καὶ τὸ Διγενῆ.

Ἔπαιξες τοὺς δεῖκτες τοῦ ρολογιοῦ ποὺ κατεβαίνουνε

ἀπ᾿ τὰ μεσάνυχτα.

Ἔπαιξες τὴ φωνὴ τῆς ἐλπίδας, ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπῆρχε φωνή.

Ἡ πλατεῖα ἦταν ἔρημη. Ἡ πατρίδα εἶχε φύγει.

Ἦταν καιρός! Δὲ βάσταξε ἡ καρδιά σου περισσότερο

ν᾿ ἀκοῦς κάτω ἀπ᾿ τὴ στέγη σου τ᾿ ἀνθρώπινα μπουμπουνιτὰ τῆς Εὐρώπης!

Ἄναψες κάτω ἀπ᾿ τὸ σακκάκι σου τὸ πρῶτο κλεφτοφάναρο…

Καρδιὰ τῶν καρδιῶν! Σκέφτηκες τὸν ἥλιο, καὶ προχώρησες…

Ἀνέβηκες στὸ πεζοδρόμιο κ᾿ ἔπαιξες τὸν ἄνθρωπο!

 

brettakos-2

Μετά την επίσκεψή του το 1958 στην Σοβιετική Ένωση κυκλοφορεί το βιβλίο του «Ο ένας από τους δύο κόσμους», και διώκεται με τον περιβόητο Ν.509/1947 (Περὶ μέτρων ἀσφαλείας τοῦ Κράτους, τοῦ πολιτεύματος, τοῦ κοινωνικοῦ καθεστῶτος καὶ προστασίας τῶν ἐλευθεριῶν τῶν πολιτῶν) μαζί με τους Γιάννη Ρίτσο και Μάρκο Αυγέρη.

Τα χρόνια που έρχονται είναι γεμάτα οικονομικές δυσκολίες. Τα φέρνει δύσκολα βόλτα. Εξαναγκάζεται να δουλέψει όπου βρίσκει ένα μεροκάματο. Το 1964 καταφέρνει με τη βοήθεια του Λουκή Ακρίτα να βρει δουλειά ως Ιματιοφύλακας στο Εθνικό Θέατρο.  

Το 1967 αυτοεξορίζεται για να ξεφύγει από τους διώκτες του. Επιστρέφει με την μεταπολίτευση και εγκαταθίσταται μόνιμα στις Κροκεές, τη γενέθλια γη του, δίπλα στα χαλάσματα της Πλούμιτσας.

Πλούμιτσα

Πρόσμενες νὰ μὲ δεῖς ὅπως τὸ δέντρο

ποῦ κουνιέται ἀπὸ τ᾿ ἄνθη του!.. Ὅμως ὄχι!

Χρειάζεται πολὺς ἥλιος γιὰ ν᾿ ἀνθίσεις!

 

brettakos-1

 

 Έχτισε ένα μικρό κι απέριττο σπιτάκι κι έγραψε τα περισσότερα από τα ποιήματά του αγναντεύοντας τον Ταΰγετο που λάτρευε και αναμφισβήτητα αποτέλεσε μεγάλη πηγή της έμπνευσής του.  

Ἀνάμνηση ἀπ᾿ τὸν Ταΰγετο

 

Ἔστηνε ἡ Ἄνοιξη τὴν προτομή μου

σὲ μικροὺς λόφους εἰρήνης,

ἔλαμπε καθισμένο στὸ ραβδί μου ἕνα πουλὶ ἀπὸ φῶς

κ᾿ ἔβρεχε ἰριδισμοὺς στὰ πρόβατα τὸ αἰώνιο σέλας τῆς ἀγάπης.

Μὲς στὴ σιωπή, τὸ θαλασσὶ φλοίβησμα τοῦ αἱματός μου

ἀνάδινε τὸν ἦχο τοῦ ἀδραχτιοῦ τῆς μητέρας μου,

ποὺ ὕφαινε στῶν σταχτιῶν τὸ πράσινο καὶ τὸ λευκὸ μαλλὶ τοῦ αὐγερινοῦ.

Μικρὸς Ἑωσφόρος τοῦ φωτὸς στοῦ Εὐρώτα τὶς ροδοδάφνες,

ἔπαιρνα δίπλα τὰ βουνὰ βρεγμένος ἀπὸ τὸ φεγγάρι

μὲ δυὸ ἄσπρους κρίνους στὴν καρδιά,

μ᾿ ἑφτὰ σημαῖες στὰ χείλη,

κι ἀπάνω ἀπὸ τῶν γερακιῶν τὶς ἀτελεύτητες μοναξιὲς

ἐπόπτευα τὸ σύμπαν, θησαυρίζοντας τοπία

κι ἀλλοτινὰ φῶτα στὴ μνήμη μου.

 ***  ***  ***  ***  *** 

Πικραμένος ἀναχωρητής

Θὰ φύγω σὲ ψηλὸ βουνό, σὲ ριζιμιὸ λιθάρι

νὰ στήσω τὸ κρεβάτι μου κοντὰ στὴ νερομάνα

τοῦ κόσμου ποὺ βροντοχτυποῦν οἱ χοντρὲς φλέβες τοῦ ἥλιου,

ν᾿ ἁπλώσω ἐκεῖ τὴν πίκρα μου, νὰ λυώσει ὅπως τὸ χιόνι.

Μὴν πιάνεσαι ἀπ᾿ τοὺς ὤμους μου καὶ στριφογυρίζεις

ἄνεμε!

φεγγαράκι μου!

Καλέ μου!

Αὐγερινέ μου!

Φέξε τὸ ποροφάραγκο! Βοήθα ν᾿ ἀνηφορήσω!

Φέρνω ζαλιὰ στὶς πλάτες μου τὰ χέρια τῶν νεκρῶν!

Στὴ μιὰ μεριὰ ἔχω τὰ ὄνειρα, στὴν ἄλλη τὶς ἐλπίδες!

Κι ἀνάμεσα στὶς δυὸ ζαλιὲς τὸ ματωμένο στέφανο!

Μὴ μὲ ρωτᾷς καλέ μου ἀϊτέ, μὴ μὲ ξετάζεις ἥλιέ μου!

Ρίχτε στὸ δρόμο συνεφιὰ νὰ μὴ γυρίσω πίσω!

Κυττάχτηκα μὲς στὸ νερό, ἔκατσα καὶ λογάριασα,

ζύγιασα τὸ καλὸ καὶ τὸ κακὸ τοῦ κόσμου. Κι ἀποφάσισα,

νὰ γίνω τὸ μικρότερο ἀδερφάκι τῶν πουλιῶν!

 

Μέσ’ από πράσινες ελιές και στάχυα χρυσοφόρα

Δεν είναι πόλη από χαλκό, ούτ’ απ’ αχάτι χώρα

Σε ξέρει ο θεός και το καλό δε σε ξεχνά ποτέ του

Σε ξέρει ο ήλιος και η βροχή στα πόδια του Ταϋγέτου

Μένουν τα πάντα ανάλλαχτα. Τα σπίτια, οι ζευγολάτες.

 

Και κουδουνίζουν οι πλαγιές κι αχολογούν οι στράτες.

Σαν ένας ύμνος στη χαρά των δουλευτών τα χέρια

Σπέρνουν, θερίζουν, γνέθουνε, σφυροκοπούν τη γης

Και μεσ’ στα λόγια απλώνεσαι πιο ειρηνικό απ’ τ’ αστέρια

Κυψέλη ηλιοπλημμύριστη, χωριό της προκοπής!

 

Μας άφησε ένα τεράστιο έργο, ποίηση, πεζογραφία, κριτικά δοκίμια, μεταφράσεις. Παρακαταθήκη πολύτιμη για τις γενιές που έρχονται.

Ποιήματά του μεταφέρθηκαν όπως προωτοδημοσιεύτηκαν (πολυτονικό) από εδώ http://users.uoa.gr/

Δείτε επίσης

BERTOLD BRECHT: ΓΙΑΤΙ Ν’ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Τ’ ΟΝΟΜΑ ΜΟΥ;

  1 Κάποτε σκεφτόμουν: Σε χρόνους μακρινούς Όταν γκρεμίσουν τα σπίτια που έζησα Και σαπίσουν …

Ένα σχόλιο

  1. Ελένη Τζινιέρη-Τζανετάκου

    Ευχαριστούμε για τη δημοσίευση.
    Το Αρχείο του Νικηφόρου Βρεττάκου φιλοξενείτε, μετά από επιθυμία του ίδιου, στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σπάρτης. Σχετικές αναρτήσεις με το έργο και τη ζωή του ποιητή μπορείτε να παρακολουθείτε στις διευθύνσεις
    http://www.facebook.com/vrettakos.nikiforos
    http://www.nikiforosvrettakos.gr
    Είμαστε στη διάθεση όλων για τη διάθεση υλικού [κνητή έκθεση, οπτικοακουστικό υλικό κλπ] που αφορά στη ζωή και το έργο του καθώς και για τη χορήγηση κάθε σχετικής άδειας χρήσης του υλικού.
    Η υπεύθυνη του Αρχείου
    Ελένη Τζινιέρη-Τζανετάκου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *