Πέμπτη , 21 Νοεμβρίου 2024

Μιχάλης Κατσαρός, ο “Προβοκάτορας”.

Ή θα εξακολουθούμε να γονατίζουμε, ή θα σηκώσουμε άλλον πύργο ατίθασο απέναντι τους.

 

Αντισταθείτε

σ’ αυτόν που χαιρετάει απ’ την εξέδρα ώρες

ατελείωτες τις παρελάσεις

σ’ αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει

έντυπα αγίων λίβανον και σμύρναν

σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.

Αντισταθείτε πάλι σ’ όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοι

στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε

στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες

σ’ όλα τ’ ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε

πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι

σ’ όλους που γράφουν λόγους για την εποχή

δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα

στις κολακείες τις ευχές στις τόσες υποκλίσεις

από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους.

Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών

και διαβατηρίων

στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη διπλωματία

στα εργοστάσια πολεμικών υλών

σ’ αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια

στα θούρια

στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους

στους θεατές

στον άνεμο

σ’ όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς

στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας

ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ

αντισταθείτε.

Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την

Ελευθερία.

KATSAROS

Ασυμβίβαστος, αντικομφορμιστής, ανυπότακτος. Οργανώνεται σε νεαρή ηλικία στην ΕΠΟΝ και παίρνει μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Συλλαμβάνεται, βασανίζεται, περιορίζεται. Αντιστέκεται στο βόλεμα όλα τα χρόνια της ζωής του και το πολεμάει με τη ποίησή του. “Ποιητή προφήτη” τον αποκαλούσε ο Μίκης Θεοδωράκης.

  • Όταν εκδίδει το «Κατά Σαδδουκαίων» καταγγέλοντας και τον Σταλινισμό, το κομματικό ιερατείο της εποχής τον απομονώνει για περισσότερα από 20 χρόνια. Χαρακτηρίζεται προβοκάτορας. Συνεχίζει μόνος κι ασυμβίβαστος, αρνείται να διαπραγματευτεί με όσους τον προπηλακίζουν και συνεχίζει να τους καταγγέλλει, κυνηγημένος από το κράτος – διώκτη και απομονωμένος από την επίσημη αριστερά της εποχής. Δεν είναι μόνος του. Την ίδια τύχη είχαν επιφυλάξει και στον Τάσο Λειβαδίτη. Οι ίδιοι άνθρωποι. Οι “σύντροφοί” τους. Με την πτώση της δικτατορίας οι νέοι και οι ασυμβίβαστοι τον ανακαλύπτουν ξανά. Όσοι τον είχαν καταδικάσει στην χειρότερη απομόνωση όλα αυτά τα χρόνια δεν ζήτησαν ποτέ συγνώμη. Δεν αναγνώρισαν ποτέ το λάθος τους. Οι επίγονοι αυτής της αριστεράς των κομματικών ιερατείων  επιδιώκουν σήμερα να τον εντάξουν νεκρό στις παρακαταθήκες τους, αποσείοντας τις μεγάλες ευθύνες που τους βαρύνουν ιστορικά. 

 

Πλήθος Σαδδουκαίων
Ρωμαίων υπαλλήλων
μάντεις και αστρονόμοι
(κάποιος Βαλβίλος εξ Εφέσου)
περιστοιχίζουν τον Αυτοκράτορα.
Κραυγές απ’ τον προνάρθηκα του Ναού.
Απ’ τη φατρία των Εβιονιτών κραυγές:
Ο ψευδο-Μάρκελος να παριστάνει το Χριστό.
Διδάσκετε την επανάστασιν κατά του πρίγκηπος
Οι Χριστιανοί να ‘χουνε δούλους Χριστιανούς.
Η αριστοκρατία του Ναού να εκλείψει.
Εγώ απέναντι σας ένας μάρτυρας
η θέληση μου που καταπατήθηκε
τόσους αιώνες.

Τους ύπατους εγώ ανέδειξα στις συνελεύσεις
κι αυτοί κληρονομήσανε τα δικαιώματα
φορέσαν πορφυρούν ατίθασον ένδυμα
σανδάλια μεταξωτά ή πανοπλία
εξακοντίζουν τα βέλη τους εναντίον μου –
η θέληση μου που καταπατήθηκε
τόσους αιώνες.

Τους άλλους απ’ την πέτρα και το τείχος μου
καθώς νερό πηγής τους είχα φέρει
η θρησκεία τους μυστηριώδης δεισιδαιμονία
τ’ άλογα τους απ’ τον κάμπο μου•

δε μου επέτρεψαν να δω τον Αυτοκράτορα
τους υπάτους δεν άφηναν να πλησιάσω
σε μυστικά συμπόσια και ένδοξα
τη θέληση μου που την καταπατήσανε
τόσους αιώνες.

Τώρα κι εγώ υποψιάζομαι
όλο το πλήθος των αυλοκολάκων
όλους τους ταπεινούς γραμματικούς
τους βραβευμένους με χρυσά παράσημα
λεγεωνάριους και στρατηλάτες
υποψιάζομαι τις αυλητρίδες τη γιορτή
όλους τους λόγους και προπόσεις
αυτούς που παριστάνουνε τους εθνικούς
τον πορφυρούν χιτώνα του πρίγκηπος
τους συμβουλάτορες και τους αιρετικούς
υποψιάζομαι συνωμοσία
νύκτα θα ρεύσει πολύ αίμα
νύχτα θα εγκαταστήσουν τη βασιλεία τους
νέοι πρίγκιπες με νέους στέφανους
οι πονηροί ρωμαίοι υπάλληλοι
του Αυτοκράτορος
‘τοιμάζουνε κρυφά να παραδώσουν
να παραδώσουν τα κλειδιά και την
υπόκλιση τους.
Εγώ πάλι μέσα στο πλήθος διακλαδίζομαι
η θέληση μου διακλαδίζεται μέσα στο πλήθος
μαζεύω τους σκόρπιους σπόρους μου
για την καινούργια μακρινή μου ανάσταση
μαζεύω.

«Κατά Σαδδουκαίων»

Αμετανόητα ανατρεπτικός και αμετανόητος για τον τρόπο ζωής και τις επιλογές του, σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του ο Μιχάλης Κατσαρός απαντάει στην ερώτηση: Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον εαυτό σας, τι θα ήταν αυτό; Τις κάλτσες μου…  Απόλυτα και βαθιά συνειδητοποιημένος. Ικανοποιημένος από όσα πρόκανε να κάνει, προφητικός για τα μελλούμενα.

 

Θὰ σᾶς περιμένω μέχρι τὰ φοβερὰ μεσάνυχτα ἀδιάφορος-

Δὲν ἔχω πιὰ τί ἄλλο νὰ πιστοποιήσω.

Οἱ φύλακες κακεντρεχεῖς παραμονεύουν τὸ τέλος μου

ἀνάμεσα σὲ θρυμματισμένα πουκάμισα καὶ λεγεῶνες.

Θὰ περιμένω τὴ νύχτα σας ἀδιάφορος

χαμογελώντας μὲ ψυχρότητα γιὰ τὶς ἔνδοξες μέρες.

 

Πίσω ἀπὸ τὸ χάρτινο κῆπο σας

πίσω ἀπὸ τὸ χάρτινο πρόσωπό σας

ἐγὼ θὰ ξαφνιάζω τὰ πλήθη

ὁ ἄνεμος δικός μου

μάταιοι θόρυβοι καὶ τυμπανοκρουσίες ἐπίσημες

μάταιοι λόγοι.

 

Μὴν ἀμελήσετε.

Πάρτε μαζί σας νερό.

Τὸ μέλλον μας θὰ ἔχει πολὺ ξηρασία.

 

 

Γεννήθηκε το 1919 στην Κυπαρισσία. Έφυγε τον Νοέμβριο του 1998 στην Αθήνα όπου έζησε από το 1945. Πρωτοεμφανίστηκε το 1953 με τη συλλογή του «Κατά Σαδδουκαίων». Αρνείται μέσα από τα έργα του την «ήττα» και αντιστέκεται στην ιδεαλιστική μοιρολατρία του συντρόφου του στην αριστερά Τ. Λειβαδίτη. Γράφει χαρακτηριστικά:

Πάψε τους ύμνους σου αστέ ποιητή έλληνα /Λειβαδίτη / για έρωτες σπίτια και ηρεμία,  όσο ανθρώπινα κι αν είναι.  Έλα μαζί μου. / Μίλα για μια τεράστια σύγκρουση της εργατιάς / μ’ αρχόντους / ατσάλωσε την τόση θέληση της / πάψε τους θρήνους σου. (Μέρες 1953).

Βαθιά αυτοκριτικός πάντοτε γράφει «Παραμένω εν πλήρει συγχύσει αθώος…»  Ο Μιχάλης Κατσαρός ξεχώρισε από τη γενιά του, κι αντίθετα από τη γραφικότητα που επεδίωξε να του φορτώσει το σύστημα αυτός παρέμεινε πάντοτε μαχητής και ασυμβίβαστος μέχρι το τέλος της ζωής του. Εσαεί αισιόδοξος για τις ανατροπές  και ουδέποτε μοιρολάτρης και ηττοπαθής.

 

Ο Δούλος που δραπέτευσε

έλεγε προσευχές στους φιλήσυχους πολίτες

γονατίζοντας σε λιγδωμένα προσκέφαλα.

Εγώ δεν ήλπιζα πως μπορεί να σωθεί.

Οι χωροφύλακες έχουν γερή όραση –

δεν διαλύονται με αυταπάτες και ψυχοσάββατα.

 

Τώρα αυτός επέμενε να ρωτάει

φαίνεται θάταν αποφασισμένος για θάνατο

ή θάταν κρυφός κατάσκοπος που δεν φοβάται.

 

Εγώ πάντως

εξακολουθούσα να βλέπω τον επερχόμενο

μεσαίωνα

με φάλαγγες πιστών

με αργυρά δισκοπότηρα αφρίζοντα αίμα

με σημαιοστολισμούς και παρελάσεις

με ραβδούχους καλοθρεμμένους καλόγερους

εικόνες από παλιές εκστρατείες,

και τυφεκισμούς

ήρωες με αυστηρά βλέμματα

Άμες δε γ’ εσόμεθα

πληρωμένη εκπαίδευση

θεός αγέρας τα στοιχεία της φύσεως

κλειδωμένα στην εποχή σε χάλκινα

θησαυροφυλάκια.

 

Αν άξαφνα σας γεννηθεί το ερώτημα

πως τα κατάφερε αυτός ο θνητός

μέσα σ’ αυτό το βαρύγδουπο διαπασών των ύμνων

να δραπετεύσει με αληθινό λαμπερόν ήλιο

με αληθινές εξαρτήσεις του βίου –

αν δεν μπορείτε να καταλάβετε

τι τον οδήγησε σ’ αυτό το τελευταίο διάβημα

που βρήκε την έξοδο αφού γύρω ήταν μπετόν

αφού γύρω τραγούδαγε η φοιτήτρια

ένα τραγούδι ιστορικό παλιών ηρώων

τότε

δε θάχετε δει κάτι κρυφές μικρές πόρτες

όμως ολοφάνερες στα μάτια των ειδικών

δε θάχετε δει το ραγισμένο τοίχο

όπου βλασταίνουν κάτι φυτά

πάνω σ’ ασβέστη κίτρινο απ’ την πολυκαιρία.

το ζήτημα πια έχει τεθεί:

 Ή θα εξακολουθούμε να γονατίζουμε

όπως αυτός ο δραπέτης

ή θα σηκώσουμε άλλον πύργο ατίθασο

απέναντι τους.

 

 

Δείτε επίσης

BERTOLD BRECHT: ΓΙΑΤΙ Ν’ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Τ’ ΟΝΟΜΑ ΜΟΥ;

  1 Κάποτε σκεφτόμουν: Σε χρόνους μακρινούς Όταν γκρεμίσουν τα σπίτια που έζησα Και σαπίσουν …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *