Η εξαθλίωση και η αφύπνισή τους –
Παύλου Παπανότη, εκπαιδευτικού –
Πριν από 106 χρόνια, στις 6 Μαρτίου 1910, ένα άσημο θεσσαλικό χωριουδάκι, πάνω στη σιδηροδρομική γραμμή Λάρισας – Βόλου και λίγα χιλιόμετρα μακριά από τη θεσσαλική πρωτεύουσα, έγινε ορόσημο στην ιστορία της ελληνικής αγροτιάς. Κιλελέρ ήταν το όνομα του μικρού χωριού. Αλλά μετά τα αιματηρά γεγονότα που συνέβησαν εκεί, με το πρόσχημα ότι ήταν ξενικό, του το άλλαξαν. Σήμερα το χωριό λέγεται Κυψέλη, αλλά στη συνείδηση των Ελλήνων αγροτών διατήρησε το παλιό όνομά του.
Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας τα περισσότερα εδάφη της Θεσσαλίας ήταν τουρκικά τσιφλίκια. Οι κολίγοι, γεωργοί ελληνικής καταγωγής, είχαν την υποχρέωση να καλλιεργούν τα κτήματα αλλά και το δικαίωμα να διαμένουν σ’ αυτά. Οι γαιοκτήμονες δεν μπορούσαν να τους απομακρύνουν από τα σπίτια τους ούτε να τους κατάσχουν για χρέη το σπόρο, τα γεωργικά εργαλεία ή τα ζώα τους. Επίσης οι κολίγοι είχαν το προνόμιο να βόσκουν τα κοπάδια τους στις γαίες του τσιφλικά τους.
Οι αγρότες της Θεσσαλίας ήλπιζαν ότι η απελευθέρωσή τους από τον τουρκικό ζυγό θα συνεπαγόταν αυτοδικαίως τη διανομή των κτημάτων και έτσι θα γίνονταν κύριοι της γης που καλλιεργούσαν. Όμως η πραγματικότητα διέψευσε τις ελπίδες τους. Με την ελληνοτουρκική Σύμβαση της 20ης Ιουνίου 1881, με την οποία ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος η Θεσσαλία και η Άρτα, η ελληνική κυβέρνηση είχε δεσμευτεί ότι θα σεβόταν τα περιουσιακά στοιχεία των Τούρκων γαιοκτημόνων. Αυτοί όμως άρχισαν να πωλούν σε εξευτελιστικές τιμές τα τσιφλίκια τους κυρίως σε Έλληνες κεφαλαιούχους της Διασποράς. Σε μικρό χρονικό διάστημα οι τουρκικές ιδιοκτησίες μετατράπηκαν σε αγροκτήματα Ελλήνων τσιφλικάδων. Συγχρόνως άρχισε να εφαρμόζεται στη Θεσσαλία το αστικό δίκαιο της Ελλάδας. Έτσι οι κολίγοι μεταβάλλονταν σε ελεύθερους γεωργούς, οι οποίοι όμως ήταν ακτήμονες. Η ελληνική κυβέρνηση τους αφαίρεσε δικαιώματα και προνόμια, τα οποία είχαν κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας. Για παράδειγμα, ο Έλληνας τσιφλικάς μπορούσε πλέον να τους κατάσχει το σπόρο, τα ζώα και τα γεωργικά εργαλεία έναντι χρεών. Διάφορα άλλα μέτρα των κυβερνήσεων του Χαρίλαου Τρικούπη επιδείνωσαν την κατάσταση των ακτημόνων Θεσσαλών αγροτών. Ο φόρος για την καλλιεργούμενη γη, που επιβάρυνε τους γαιοκτήμονες, αντικαταστάθηκε από το φόρο για τα «αροτριώντα ζώα», που τον πλήρωναν οι ακτήμονες αγρότες (Β. Σκουλάτος, Ν. Δημακόπουλος, Σ. Κόνδης, Ιστορία νεότερη και σύγχρονη (1789 – 1909 ), Ο. Ε. Δ. Β., Αθήνα 2003, σ.σ. 281 – 282).
Για δεκαετίες οι ακτήμονες (=οι κολίγοι) υπέφεραν τα πάνδεινα από τα μίσθαρνα όργανα των τσιφλικάδων. Ο βουλευτής Τρικάλων Νικόλαος Ταρμπάζης σε συνεδρίαση της Βουλής την 5η Μαρτίου 1883 διεκτραγώδησε την κατάστασή τους λέγοντας μεταξύ των άλλων: « [.] Οι επιστάται του Χρηστάκη Ζωγράφου εις τινας κολίγους έθετον εις τους πόδας και σιδηράς αλύσεις, τας οποίας έθετον εις τους ίππους των».
Ο αγροτιστής ηγέτης, βουλευτής και γερουσιαστής, Δημήτριος Μπούσδρας στο βιβλίο του «Η απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών» έγραψε: « Οι καλλιεργηταί υπεχρεούντο να δίδωσιν εις τον γαιοκτήμονα το τρίτον ή το ήμισυ των παραγομένων καρπών, ενοίκιον διά την βοσκήν των κτηνών, μέγαν αριθμόν ορνίθων και αμνών, ικανήν ποσότητα τυρού, βουτύρου, χόρτου και αχύρου, να στέλλωσι δε ένα θήλυ μέλος της οικογενείας των ίνα ζυμώνη και ψήνη το ψωμί της επιστασίας [.]. Οι τσιφλικούχοι εξουσίαζον το σώμα των γυναικών και των θυγατέρων των κολίγων. Ούτοι ( = οι κολίγοι ) υπεχρεούντο επίσης να μην απομακρύνωνται εκ του χωρίου άνευ αδείας των επιστατών. Οσάκις υπεδέχοντο τον αφέντην, γονυπετείς εσύροντο, εκτύπων το χώμα με το μέτωπον τρεις φοράς και εφίλουν τον αριστερόν πόδα του» (εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, φύλλο της 11ης Απριλίου 1965).
Οι εξαθλιωμένοι Θεσσαλοί αγρότες σταδιακά συνειδητοποίησαν ότι μόνο με τους αγώνες τους θα βελτίωναν τις συνθήκες ζωής τους. Στην αφύπνισή τους, εκτός από τον Μαρίνο Αντύπα, συνέβαλαν και άλλοι πνευματικοί άνθρωποι. Για παράδειγμα, στο Βόλο ο δικηγόρος Σοφοκλής Τριανταφυλλίδης με την εφημερίδα του «Πανθεσσαλική» ( την εξέδιδε από το 1900 έως το 1912) στάθηκε υπέρμαχος των αιτημάτων της αγροτιάς. Το 1906 κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Οι κολίγοι της Θεσσαλίας», όπου τόνιζε την αναγκαιότητα αναγκαστικής απαλλοτρίωσης των τσιφλικιών και διανομής τους στους ακτήμονες. Ανάλογες θέσεις εξέφραζαν και οι συντάκτες της εφημερίδας «Εργάτης»,οργάνου του Εργατικού Κέντρου Βόλου (από το 1908 έως το 1911).
Την ίδια εποχή εμφανίστηκαν στο θεσσαλικό κάμπο οι πρώτοι αγροτιστές, όπως ο γιατρός Γρίβας, ο δικηγόρος Κ. Σταμούλης κ.ά. Η περιοχή της Καρδίτσας υπήρξε η κοιτίδα του αγροτικού κινήματος. Εκεί ιδρύθηκε το 1909, με πρωτεργάτη το δικηγόρο Δημήτριο Μπούσδρα, ο πρώτος «Γεωργικός Πεδινός Σύλλογος». Τα μέλη του Συλλόγου αυτού οργάνωσαν συλλαλητήρια αρχικά στην Καρδίτσα και στη συνέχεια σε άλλες περιοχές της Θεσσαλίας, για να πιεστεί η κυβέρνηση και να εφαρμόσει επιτέλους το νόμο «περί απαλλοτριώσεως τσιφλικιών», τον οποίο είχε ψηφίσει η Βουλή το 1907 και ο οποίος έμενε ανεφάρμοστος λόγω αντίδρασης τόσο των τσιφλικάδων όσο και των πολιτικών που τους προστάτευαν. Πριν από τα δραματικά γεγονότα του Κιλελέρ ( την 6η Μαρτίου 1910 ) είχαν γίνει στην Καρδίτσα τέσσερα μεγάλα συλλαλητήρια: το Σεπτέμβριο του 1909, τον Ιανουάριο του 1910 και στις 5 και 27 Φεβρουαρίου του 1910. Στο τελευταίο η βίαιη παρέμβαση της αστυνομίας για διάλυση των διαδηλωτών είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο του αγρότη Χρήστου Σάλτα. Στις αρχές του 1910 ένα σύνθημα κυριαρχούσε στο θεσσαλικό κάμπο: «Απαλλοτρίωση».
Ο αγώνας για την απαλλοτρίωση
Ήδη από τα τέλη του 1909 και τις αρχές του 1910 οι κινητοποιήσεις των κολίγων είχαν δυναμικό χαρακτήρα. Το πρώτο μήνυμα της εξέγερσης ήρθε από την Καρδίτσα. Σε συλλαλητήριο που οργανώθηκε εκεί από το «Γεωργικό Πεδινό Σύλλογο» στις 27 Φεβρουαρίου 1910 συμμετείχαν πάνω από 10.000 αγρότες. Την 1η Μαρτίου ανάλογες αγροτικές κινητοποιήσεις έγιναν στο χωριό Ορφανά Καρδίτσας και στα χωριά Τσαχμάκ, Κόντου και Κρύα Βρύση Φαρσάλων, όπου οι κολίγοι έκαψαν κάποιες αχυραποθήκες των τσιφλικάδων.
Οι πρεσβευτές της Αγγλίας, της τσαρικής Ρωσίας και της Τουρκίας ζήτησαν από την ελληνική κυβέρνηση να προστατεύσει τους γαιοκτήμονες. Οι κολίγοι, με αφορμή τη συζήτηση στη Βουλή του αγροτικού νομοσχεδίου, είχαν προγραμματίσει για το Σάββατο 6 Μαρτίου 1910 τη διοργάνωση πανθεσσαλικού παναγροτικού συλλαλητηρίου στη Λάρισα. Ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Στέφανος Δραγούμης είχε δώσει εντολή στον τότε νομάρχη Περικλή Αργυρόπουλο να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την τήρηση της «τάξεως». Ανάλογες εντολές είχαν δοθεί και στον μέραρχο Ψαροδήμο.
Από νωρίς το πρωί άρχισαν να συρρέουν στην πόλη διαδηλωτές από τα γύρω χωριά κρατώντας μαύρες σημαίες. Στο σιδηροδρομικό σταθμό του Κιλελέρ περίπου 200 αγρότες θέλησαν να επιβιβαστούν στο τρένο, για να μεταβούν γρηγορότερα στη θεσσαλική πρωτεύουσα. Όμως ο διευθυντής των θεσσαλικών σιδηροδρόμων, κάποιος ονόματι Πολίτης, δεν τους το επέτρεψε. Οι χωρικοί οργίστηκαν και άρχισαν να λιθοβολούν τον συρμό. Το τρένο απομακρύνθηκε, αλλά σε απόσταση ενός χιλιομέτρου επαναλήφθηκαν οι ίδιες σκηνές. Οι στρατιώτες που βρίσκονταν στην αμαξοστοιχία και μετέβαιναν στη Λάρισα για το συλλαλητήριο διατάχθηκαν από τον επικεφαλής τους να πυροβολήσουν στον αέρα για εκφοβισμό. Οι εξαγριωμένοι κολίγοι «απάντησαν» με πέτρες και ξύλα. Τότε οι στρατιώτες πυροβόλησαν «στο ψαχνό», με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δυο αγρότες, ο Αθανάσιος Νταφούλης και ο Αθανάσιος Μπόκας, και να τραυματιστούν πολλοί. Ανάλογα επεισόδια έγιναν και στο σταθμό του χωριού Τσουλάρ (σήμερα Μελία Λάρισας) με δυο νεκρούς και περίπου 15 τραυματίες (εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, φύλλο της 11ης Απριλίου 1965).
Στο μεταξύ στην Πύλη των Φαρσάλων, λίγο έξω από τη Λάρισα, είχαν συγκεντρωθεί κολίγοι από το Νεμπεγλέρ (τη σημερινή Νίκαια), το Τζορμακλί (το σημερινό χωριό Άγιοι Ανάργυροι) και το Χασάν – Τατάρ (τη σημερινή Μεσορράχη). Οι στρατιωτικές μονάδες που είχαν παραταχθεί εκεί τους εμπόδιζαν να πορευτούν προς το κέντρο της πόλης. Οι χωρικοί αντέδρασαν πετώντας πέτρες και τότε ο υπίλαρχος Πηχεών διέταξε το ιππικό να τους επιτεθεί. Σκοτώθηκαν οι αγρότες Στέφανος Ακριβούσης και ο Απόστολος Μπατάλας, ένα παλικάρι 18 – 19 χρονών από το Νεμπεγλέρ (εφημερίδα ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, φύλλο της 21ης Μαρτίου 1982, μαρτυρία ενός αυτόπτη μάρτυρα, εφήβου τότε).
Τελικά το συλλαλητήριο έγινε στις τρεις το απόγευμα στην πλατεία της Θέμιδος. Ο φοιτητής της Νομικής Γεώργιος Σχοινάς από την Αργαλαστή του Πηλίου (κατά τη διετία 1909 – 1910 περιερχόταν τα χωριά του θεσσαλικού κάμπου αφυπνίζοντας τους κολίγους) διάβασε το ψήφισμα της συγκέντρωσης, το οποίο απεστάλη στην κυβέρνηση και στη Βουλή. Με αυτό οι Θεσσαλοί αγρότες ζητούσαν άμεσα την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και παράλληλα εξέφραζαν την οδύνη τους για τα αθώα θύματα.
Τα αιματηρά γεγονότα που συνέβησαν στο Κιλελέρ αναστάτωσαν την Ελλάδα. Στη Βουλή έγινε ευρεία συζήτηση για το αγροτικό ζήτημα και ο Στέφανος Δραγούμης χαρακτηρίστηκε ως «πρωθυπουργός του αίματος». Επακολούθησαν συλλήψεις και διώξεις εκατοντάδων αγροτών. Απ’ αυτούς όσοι θεωρήθηκαν «πρωταίτιοι» των επεισοδίων δικάστηκαν· οι προερχόμενοι από την περιοχή της Καρδίτσας στο Κακουργιοδικείο της Χαλκίδας και οι προερχόμενοι από τη Λάρισα στο Κακουργιοδικείο της Λαμίας. Και οι δυο δίκες άρχισαν στις 19 Ιουνίου 1910 και διήρκεσαν τέσσερις μέρες.
Στη δίκη της Λαμίας ο εισαγγελέας Χαλκιόπουλος αγορεύοντας την 22α Ιουνίου χαρακτήρισε το αίτημα των κολίγων για αναγκαστική απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και για διανομή τους στους ακτήμονες ως «άδικον και παράνομον πράξιν, αφού ούτω διασαλεύεται το απαραβίαστον της ιδιοκτησίας» (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 23ης Ιουνίου 1910). Περισσότερο λάβρος κατά των κατηγορουμένων ήταν ο εισαγγελέας Γεωργιάδης στη δίκη της Χαλκίδας. Επικαλέστηκε όλους τους «νόμους και τους προφήτες» θέλοντας να αποδείξει πως το δικαίωμα της ιδιοκτησίας είναι ιερό και ότι οι αγρότες έπρεπε να δουλεύουν και να μη σηκώνουν κεφάλι. Μεταξύ των άλλων, απειλώντας και φωνάζοντας, είπε: «[…]. Αγροτικόν ζήτημα δεν υφίσταται και συνεπώς οι κατηγορούμενοι δεν εδικαιούντο να δημιουργήσωσι ταραχάς […]» ( Γιάννης Κορδάτος, Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδος, XIII, σ. 193). Συνέχισε εκστομίζοντας ένα υβρεολόγιο για το χαρακτήρα γενικά των Θεσσαλών αγροτών.
Σε αντίθεση με πολλούς πολιτικούς και λειτουργούς της Θέμιδος που προστάτευαν το τότε γαιοκτητικό καθεστώς οι άνθρωποι του πνεύματος στάθηκαν στο πλευρό των κολίγων. Την 22α Ιουνίου καταθέτοντας ως μάρτυρας υπεράσπισης στο Κακουργιοδικείο της Λαμίας ο Ιούλιος Βιανέλης, πρόξενος της Ιταλίας στη Λάρισα, αναφέρθηκε στα δυσβάστακτα μέτρα που λαμβάνονταν σε βάρος των αγροτών από τους τσιφλικάδες και στις αυθαιρεσίες των επιστατών τους κατά το ζύγισμα της σοδειάς. Επιπρόσθετα ο μάρτυρας κατέθεσε ότι επισκέφτηκε τα τσιφλίκια μαζί με τον κ. Μπάουτσερ[1], «όστις απεκόμισε την εντύπωσιν ότι η ζωή των κολίγων είναι αίσχος διά τον σημερινόν πολιτισμόν. Περί του ζητήματος τούτου έγραψεν εκτενώς εις τους Times» (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 23ης Ιουνίου 1910). Τελικά οι δικαζόμενοι αγρότες αθωώθηκαν στις 23 Ιουνίου 1910.
Κατά τις εκλογές της 8ης Αυγούστου 1910 οι Θεσσαλοί αγρότες εξέλεξαν ανεξάρτητους βουλευτές, οι οποίοι θα προωθούσαν το αίτημά τους για απαλλοτρίωση των τσιφλικιών. Κατά τις νέες εκλογές της 28ης Νοεμβρίου 1910 στήριξαν υποψήφιους του νεοϊδρυθέντος τότε κόμματος των «Φιλελευθέρων» του Ε. Βενιζέλου. Πράγματι η βενιζελικής πλειοψηφίας Β΄ Αναθεωρητική Βουλή με νόμους που ψήφισε το 1911 έδινε μια προσωρινή λύση στο αγροτικό πρόβλημα της Θεσσαλίας με τη διανομή ορισμένων τσιφλικιών σε ακτήμονες. Έχουν μείνει ιστορικά τα λόγια του Βενιζέλου, όταν αντιμετώπιζε τις αντιδράσεις των τσιφλικάδων για τις επιχειρούμενες απαλλοτριώσεις: «Πώς ήτανε δυνατόν να βλέπω τον πόλεμο να έρχεται (= τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912 – 1913) και να πιστεύω πως με δούλους θα πολεμούσα για την ελευθερία των υποδούλων;» (εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, φύλλο της 11ης Απριλίου 1965).
Τελικά το αγροτικό ζήτημα ρυθμίστηκε συνολικά μετά το Μικρασιατικό πόλεμο. Το 1923 αναδιανεμήθηκε το 68% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων της Θεσσαλίας κι έτσι δικαιώθηκαν οι θυσίες των κολίγων στο Κιλελέρ, στην Καρδίτσα και σε άλλες περιοχές του θεσσαλικού κάμπου.
Πηγή: https://chronontoulapo.wordpress.com
Έναν αιώνα μετά το “αγροτικό ζήτημα” ξεσηκώνει τους κάμπους και τα βουνά αφού η σημερινή αγροτιά κινδυνεύει να ξαναγυρίσει στην εποχή της φεουδαρχίας και των κοτσαμπάσηδων. Την Παρασκευή κι όλο το τριήμερο που οι αγρότες θα κατεβούν στο Σύνταγμα οφείλουμε όλοι να βρεθούμε εκεί μαζί τους. Ένα μεγάλο και ασυμβίβαστο λαϊκό μέτωπο απέναντι στην σκλαβιά και την υποταγή στις αγορές και την κερδοφορία τους. Εάν πέσουν οι αγρότες πέφτουμε μαζί κι όλοι εμείς.
Τελικά το αγροτικό ζήτημα ΔΕΝ ρυθμίστηκε συνολικά, αλλά μερικά. Μόνο το 68% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων της Θεσσαλίας αναδιανεμήθηκε.