Τρίτη , 3 Δεκεμβρίου 2024

Η κριτική της «κοιλάδας των δακρύων»…

no-god-no-masters

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΧΑΡΙΤΑΚΗ – “ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ” – 

Αν «η κριτική της θρησκείας είναι η προϋπόθεση κάθε κριτικής»1 όπως έγραφε ο Μαρξ το 1844, τότε το βιβλίο του Κώστα Λάμπου Θεός και Κεφάλαιο είναι μια απαραίτητη είσοδος σε μια μάχη που φαίνεται πως όχι μόνο δεν έχει τελειώσει, αλλά αποκτά μια νέα δραματική επικαιρότητα στις μέρες μας. Πράγματι, φαίνεται πως, παρά τις αισιόδοξες προβλέψεις του Διαφωτισμού, «ο Θεός δεν πέθανε», και επομένως η κριτική στη θρησκεία εξακολουθεί να αποτελεί προϋπόθεση για οποιαδήποτε προσπάθεια να τοποθετήσουμε τον άνθρωπο και τον κόσμο με τα πόδια στη γη.

koukida-

Το συγκεκριμένο βιβλίο το κάνει αυτό, μάλιστα, με πολεμικό τρόπο. Κι αυτό είναι μια από τις αρετές του: έναν κόσμο όπου τόσοι πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να χύνουν το αίμα τους και το αίμα των άλλων εν ονόματι των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, μόνο πολεμικά μπορείς να τον αντιμετωπίσεις, χρησιμοποιώντας τα «όπλα της κριτικής» ενάντια στην «κριτική των όπλων». Από αυτή τη σκοπιά, πρόκειται για ένα «βέβηλο» βιβλίο, κι αυτή είναι άλλη μια αρετή του, καθώς απομαγεύει μια «θρησκευτικότητα» που εδώ και αιώνες ιεροποιεί τη βαρβαρότητα. Βεβαίως, το ειδικό σημείο στο οποίο εστιάζει, κι αυτή είναι η ιδιαίτερη συνεισφορά του, είναι η ιστορική και διαρκής διαπλοκή των θρησκειών με τις εξουσίες και κυρίως η σχέση τους με τη σχέση-κεφάλαιο και τις νεωτερικές καπιταλιστικές κοινωνικές δομές.

Επιχειρώντας περισσότερο έναν διάλογο με τα ζητήματα που αναλύει εξαιρετικά το βιβλίο και όχι μια παρουσίασή του, θα θέσω κάποιους συνειρμούς που μου δημιούργησε αλλά και κάποια ερωτήματα-ενστάσεις που ίσως χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης.

«Το ιστορικά ανήκουστο του καπιταλισμού», γράφει ο Μπένγιαμιν σε ένα κείμενό του με τίτλο Ο καπιταλισμός ως θρησκεία 2, «συνίσταται στο ότι η θρησκεία δεν αποτελεί πλέον αναμόρφωση του Είναι αλλά συντριβή του- διεύρυνση της απελπισίας ώσπου αυτή να καταστεί θρησκευτική κατάσταση του κόσμου, κατάσταση από την οποία προσδοκάται η λύτρωση». Είναι μάλλον το σημείο όπου βρισκόμαστε σήμερα, όπου η παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου διασπείρει και γενικεύει παντού μια κατάσταση απελπισίας, η οποία τείνει να βιωθεί θρησκευτικά όχι μόνο στην Ανατολή αλλά και στη Δύση. Είτε ως αντίδραση σε μια παγκόσμια τάξη βαθέματος της ανισότητας και της εκμετάλλευσης ανθρώπων και ολόκληρων περιοχών, είτε ως αντανακλαστικό προς την περικύκλωση της μειοψηφίας των αναπτυγμένων καπιταλιστικών κέντρων από τα πλήθη των κατατρεγμένων, η θρησκευτικότητα πολιτικοποιείται και γίνεται όπλο στον ακήρυχτο παγκόσμιο πόλεμο που ζούμε.

 

Φυσικά δεν πρόκειται για θρησκευτικό πόλεμο ή πόλεμο των πολιτισμών, όπως βολεύει να εμφανίζουν την κατάσταση οι ένθεν και εκείθεν εξουσίες. Αυτή η αναβίωση των θρησκειών και η άμεση εμπλοκή τους στο πολιτικό παιχνίδι δεν είναι, όμως, και απλώς το εργαλειακό αποτέλεσμα της υποδαύλισης από τα τοπικά και υπερεθνικά κεφάλαια, όπως υποστηρίζεται συχνά στο βιβλίο. Αποτελεί και μια αυθόρμητη αντίδραση πληθυσμών που αναζητούν μια κοινότητα είτε μέσα στα ερείπια των κατεστραμμένων τους χωρών είτε μέσα στην έρημο της νεοφιλελεύθερης αποδόμησης κάθε κοινωνικού δεσμού σε κραταιές κατά τα άλλα επικράτειες.

 

Η «φαντασιακή κοινότητα» της θρησκείας, πιο ισχυρά και από το έθνος και τη φυλή, αποτελούσε πάντα και παρηγορητικό αποκούμπι και απελπισμένη κραυγή. Ας δανειστούμε και πάλι το περίφημο χωρίο του Μαρξ για τη θρησκεία, αυτή τη φορά όμως χωρίς να αποκόπτουμε μόνο την τελευταία φράση του όπως γίνεται συνήθως: «Η θρησκευτική αθλιότητα είναι, αφ’ ενός, η έκφραση της πραγματικής αθλιότητας και, αφ’ ετέρου, η διαμαρτυρία ενάντια στην πραγματική αθλιότητα. Η θρησκεία είναι ο αναστεναγμός του κατατρεγμένου πλάσματος, η ψυχή ενός άκαρδου κόσμου αλλά και το πνεύμα μιας μη πνευματικής κατάστασης. Είναι το όπιο του λαού»3.

Αυτή η διαλεκτική καθησυχασμού και διαμαρτυρίας κινεί και σήμερα τα νήματα του θρησκευτικού φαινομένου, ιδίως καθώς έχουν εκλείψει οι μεγάλες ιδεολογίες που επιχείρησαν (και σ’ έναν βαθμό πέτυχαν) να πάρουν τη θέση των θρησκειών κατά τον 20ό αιώνα. Η αντοχή και αναζωπύρωση των θρησκειών δεν μπορεί να ερμηνευθεί μόνο με τη διαρκή υποστήριξή τους από το κράτος και το κεφάλαιο, ούτε μόνο με την ήττα στον πόλεμο των ιδεών των ιστορικών απελευθερωτικών ρευμάτων. Θεμελιώνεται στην ίδια την υλική πραγματικότητα των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων της ανταγωνιστικής εξατομίκευσης και της ιεροποίησης της ιδιοκτησίας (κι εδώ είναι πολύ σημαντικές οι επισημάνσεις του βιβλίου).

 

Θεμελιώνεται όμως και στην ίδια τη φύση της θρησκευτικής εξουσίας: πολύ πριν από το νεωτερικό κράτος, η θρησκεία αποτελούσε την πρώτη μορφή βιοπολιτικής, με την έννοια της υπαγωγής ολόκληρου του βίου σε μια αρχή και της φροντίδας, καθοδήγησης και ελέγχου του από αυτήν. Όχι μόνο με τις δομές φιλανθρωπίας των εκκλησιών, αλλά και με ένα ολόκληρο πνευματικό οπλοστάσιο, η θρησκεία ήταν και είναι ικανή να καθοδηγεί επιλογές σε όλο το φάσμα της ζωής, να παρέχει την «ασφάλεια» της ανταμοιβής για τα δεινά του βίου (έστω και μετά θάνατον), και να διαχέει μια αίσθηση φροντίδας, σε εποχές που η αστάθεια και η κατάρρευση ολόκληρων κρατικών δομών αφήνει «χωρίς στον ήλιο μοίρα» εκατομμύρια ανθρώπους.

Το βιβλίο διαπνέεται από την «αισιοδοξία του Διαφωτισμού» (για πορεία νίκης των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, μιλάει ο συγγραφέας), η οποία όμως δεν έχει επιβεβαιωθεί ιστορικά. Αντίθετα, έχουν ηττηθεί όλες οι ιδεολογίες της προόδου και της ανάπτυξης, αστικές και σοσιαλιστικές. Ούτε η επιστήμη νίκησε τη θρησκεία, ούτε η ανάπτυξη την ξερίζωσε. Η εργαλειο-ποίηση του επιστημονικού ορθολογισμού από το κεφάλαιο και η χρησιμοποίησή του για την καθυπόταξη του ανθρώπου και της φύσης, διέλυσε το φως που θα αναμετριόταν με το σκότος της θρησκείας και δημιούργησε μια νέα πίστη στην επιστημονικοτεχνική τάξη και μια εξάρτηση από αυτήν εξίσου θρησκευτική. Ενώ η ανάπτυξη, δημιουργώντας για τη μειοψηφία της αναπτυγμένης Δύσης έναν τεχνητό καταναλωτικό παράδεισο, εκκένωσε από κάθε νόημα την ύπαρξη και ερήμωσε το κοινωνικό τοπίο, οδηγώντας εκ νέου στην αναζήτηση της μεταφυσικής πνευματικής θαλπωρής.

 

Σήμερα δε, εν μέσω της καπιταλιστικής κρίσης και των τεράστιων μεταναστευτικών ροών, καταρρέει και το τελευταίο ίχνος της υποτιθέμενης ηθικής και πολιτισμικής ανωτερότητας της καπιταλιστικής Δύσης και της Ευρώπης ως κοιτίδας του Διαφωτισμού. Η εθνικιστική αναδίπλωση αλληλοτροφοδοτείται με τη θρησκευτική περιχαράκωση, ενοχοποιώντας και αντιμετωπίζοντας ως βάρβαρο τον ξένο-αλλόπιστο.

 

Αυτή η αλληλοτροφοδότηση θρησκείας και καπιταλισμού είναι μια διαρκής διαδικασία καθ’ όλη τη νεωτερικότητα. Στη βάση αυτής της σχέσης βρίσκεται η αλλοτρίωση, όπως σωστά αναλύεται στο βιβλίο, η οποία αποτελεί πυρηνικό στοιχείο τόσο του θρησκευτικού φαινομένου όσο και των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων. Υπάρχει, ωστόσο, και άλλο ένα σημαντικό κοινό στοιχείο που βρίσκεται στον πυρήνα τόσο της θρησκείας όσο και του καπιταλισμού: η ενοχή-χρέος. Όπως έχει καταδείξει ο Γκραέμπερ στο βιβλίο του Χρέος, Τα πρώτα 5000 χρόνια4, η ηθικοθρησκευτική ενοχή διαπλέκεται με τη χρηματική οφειλή-χρέος, μεταστρεφόμενη η μία στην άλλη. Εντός της θρησκείας είμαστε όλοι ένοχοι και με χρέος προς τον Θεό. Εντός του καπιταλισμού είμαστε όλοι ένοχοι και με χρέος προς το κεφάλαιο. Όλη η ζωή είναι η κοπιώδης προσπάθεια να ανταποκριθούμε σε αυτό το διπλό χρέος.

 

Γι’ αυτό, παραθέτοντας πάλι τον Μαρξ, «Η κατάργηση της θρησκείας ως απατηλής ευτυχίας του λαού είναι η απαίτηση της πραγματικής ευτυχίας του. Η απαίτηση να εγκαταλειφθούν οι ψευδαισθήσεις σχετικά με την κατάστασή του είναι η απαίτηση να εγκαταλειφθεί μια κατάσταση που έχει ανάγκη τις ψευδαισθήσεις. Η κριτική της θρησκείας είναι λοιπόν η εν σπέρματι κριτική της κοιλάδας των δακρύων που έχει ως φωτοστέφανο τη θρησκεία»5.

Το βιβλίο του Κώστα Λάμπου βοηθάει σε αυτή την τόσο αναγκαία αποκαθήλωση.

Σημειώσεις

  1. Καρλ Μαρξ, Για την κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας τον δικαίου, M.E.W., τ. 1, σ. 378, περιλαμβάνεται στο Καρλ Μαρξ, Για τη Γαλλική Επανάσταση, μετάφραση Χριστίνα Γιαννούλη, Δημήτρης Δημούλης, επιμέλεια Γιάννης Μηλιάς, εκδόσεις Εξάντας, 1990.
  2. Περιοδικό Πανοπτικόν, τεύχος 7, Ιανουάριος 2005.
  3. Καρλ Μαρξ, Για την κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας τον δικαίου, ό.π.
  4. Ντέιβιντ Γκραέμπερ, Χρέος, Τα πρώτα 5000χρόνια, μετάφραση: Γιάννης Βογιατζής, Γιώργος Καράμπελας, Γιάννης Πεδιώτης, επιμέλεια: Άρης Αναγνωστόπουλος, εκδόσεις Στάσει Εκπίπτοντες, 2013.
  5. Καρλ Μαρξ, Για την κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας τον δικαίου, ό.π.

Δείτε επίσης

Raoul Vaneighem- Έρωτας και Επικοινωνία

“Το πάθος για έρωτα κουβαλάει μέσα του το πρότυπο μίας τέλειας επικοινωνίας: τον οργασμό, την …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *