Raoul Vaneigem –
«…Η ιστορία των πολιτισμένων ανθρώπων δεν είναι παρά η ιστορία του εμπορεύματος που παράγουν και που αυτοκαταστρέφεται καταστρέφοντάς τους.(…)
Αν κάθε σταθμός της οικονομικής ανάπτυξης στάζει αίμα χυμένο για χειραφετήσεις που κατέληγαν στον εκσυγχρονισμό της δουλείας, αυτό σημαίνει ότι οι αγώνες χειραφέτησης υπάκουαν σε μια αναγκαιότητα της εμπορευματικής επέκτασης… Οι νίκες τους ήταν πάντα νίκες του εμπορεύματος.
Οι άνθρωποι πίστευαν ότι αγωνίζονταν για δικαιοσύνη, ισότητα, ελευθερία, άλλα στην πραγματικότητα αγωνίζονταν για τον εμπορευματικό επεκτατισμό, για την επώδυνη γέννα μιας νέας εμπορευματικής μορφής, για την εγκαθίδρυση ενός αγροτικού συστήματος, για την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, για τη βιομηχανική παραγωγή, για την υποχρέωση της κατανάλωσης.(…)
Με το να εργάζεται για την εμπορευματική επέκταση, η άρχουσα τάξη… λειτουργεί σαν τάξη καταδικασμένη να φτωχύνει ο,τι ανθρώπινο επιβιώνει μέσα της(…) Το προλεταριάτο δεν ειναι αμετάκλητα καταδικασμένο στην αφαίρεση που στραγγίζει αργά τους αστούς και τους γραφειοκράτες από την ανθρώπινη ουσία τους.
Αν οι προλετάριοι παραιτηθούν από την καταστροφή της οικονομίας, επειδή παραιτούνται από τη δημιουργία μιας κοινωνίας θεμελιωμένης στη θέληση τους για ζωή… εργάζονται για την ανανέωση του εμπορεύματος, για το μαρασμό του ζωντανού (…) Υπάρχει μ’ αυτή την έννοια μια αυτοκτονική τάση του προλεταριάτου, και το σχέδιο για αταξική κοινωνία έχει τη χροιά νεκροταφείου. Οι καλύτεροι υπέρμαχοι του προλεταριάτου δεν είναι αμέτοχοι σ’ αυτό (…)
… … …
Η γενικευμένη αυτοδιεύθυνση δεν χρειάζεται αγκιτάτορες, δεν έχει ανάγκη από αυτούς τους συνωμότες που οι ιθύνοντες γραφειοκράτες αρέσκονται να καταγγέλλουν παντού γιατί βλέπουν σ’ αυτούς την καθυσηχαστική αντανάκλαση της τυρρανιας τους.
Γιατί να ανεχθούμε έναν κόσμο όπου η διαλεκτική του εμπορεύματος απαιτεί να γίνει η απόλαυση οδύνη, το χάδι βιασμός και η ελευθερία καταναγκασμός; Και πως μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι θα του βάλει τέλος μέσα στην οδύνη, με το βιασμό, μέσω του καταναγκασμού;
Η γραμμή της ζωής περνά από την υποκειμενική αφθονία, τον δίχως όρια έρωτα, τον εμπρησμό των τραπεζών, το σαμποτάρισμα της οικονομίας, το τέλος του κράτους, τη ριζική καταστροφή των εμπορευματικών σχέσεων…» [σελ.44-46, 96, 149-50]
Χαριστικότητα, Έρωτας, Απόλαυση
― Ανταλλαγή, Καταναγκασμός, Εμπόρευμα.
«…Η ευτυχία δεν πληρώνεται αλλά αποσπάται από την κοινωνία που την πουλάει… Στην άκρη της απελπισίας που μας οδήγησαν οι βιομηχανικές κοινωνίες, η χαριστικότητα ανοίγει το δρόμο της.
…η χειραφέτηση των απολαύσεων δεν αναφέρεται σε τίποτα, δεν αφήνει ούτε να μετρηθεί, ούτε να κριθεί, ούτε να συγκριθεί, ούτε να παγιδευτεί… υπακούει μόνο στη δική της ανάγκη επέκτασης… οι τρόμοι σιγά σιγά ξεθωριάζουν, το γέλιο αντικαθιστά το φόβο.
…Άλλωστε, η κλίση προς τη χαριστικότητα ανήκει στην εργατική παράδοση. Αν έφτιαχνα ένα χάρτη γεωγραφικό και διαχρονικό της θέλησης για ζωή… θα υπογράμμιζα, δίπλα στις παγίδες που πιάνομαι, τις στιγμές βιωμένης έντασης, τα μέρη τα προστατευμένα από την εμπορευματική ακτινοβολία, τους τόπους όπου κατόρθωσα, όσο διάρκεσε μια απόλαυση, να εξοντώσω την οικονομική ύδρα.
… … …
Θα μπορούσε κάποιος να δει πώς η χαριστικότητα οργανώνεται σιγά σιγά γύρω απο τις απαιτησεις της ατομικής απόλαυσης, πώς η μια και η άλλη αλληλοδιεγείρονται σ’ ένα απαράμιλλο κίνημα ζωής σε πείσμα των θανάσιμων ίσκιων της εξουσίας και του κέρδους… Η χειραφέτηση των απολαύσεων εμπεριέχει τη γενικευμένη χαριστικότητα που θα αφανίσει τον εμπορευματικό πολιτισμό…
… … …
Ο έρωτας αγνοεί την ανταλλακτική σχέση. Αρκείται στον εαυτό του.
Άν ο έρωτας είναι τυφλός, ο λόγος είναι ότι δεν βλέπει τίποτα με τα μάτια της εξουσίας. Μην ελπίζετε να κρίνει και να κυβερνήσει, γιατί αγνοεί την ανταλλακτική σχέση. Αρκείται στον εαυτό του. Όντας το κέρας της Αμάλθειας της σεξουαλικότητας, εκφράζει καλύτερα απ’ οτιδήποτε άλλο στον κόσμο του ευνουχισμού τη θέληση για ζωή και την υπέροχη αγριάδα της.
Αν πάντως, οι εραστές που χτες λατρευόταν, χωρίζουν ξαφνικά μέσα στο μίσος και στην περιφρόνηση, η αιτία δεν βρίσκεται σε κάποιον αναλλοίωτο νόμο της παρακμής, σε κάποια αδυσώπητη μοίρα της κούρασης. Προέρχεται από τη μέγγενη των ανταλλαγών, που μαραίνει τα πάθη, σβήνει τις φλόγες της καρδιάς, πνίγει τις παρορμήσεις.
Αντί να μείνουν άπληστοι για τα πάντα μέχρι την εσχατιά του κορεσμού, να που οι εραστές επικαλούνται το καθήκον, απαιτούν αποδείξεις, αναζητούν μια παραγωγικότητα της στοργής. Επιβάλλονται νόρμες συνοδευόμενες από την απαίτηση της αυστηρής τήρησής τους, δεν γίνεται πια ανεκτή η απερίσκεπτη λήθη, η αδεξιότητα, το ανάρμοστο, η φαντασιοκοπία, τα πάντα αποτελούν αφορμή επιπλήξεων και κυρώσεων. Επειδή τους λείπει η θέληση να δημιουργήσουν την αλλαγή όπου θα ξαναβρεθούν, δανείζονται τα δεκανίκια της κοινωνίας που τους ακρωτηριάζει από τη γενναιοδωρία τους.
Η ψυχρή λογική αποδιώχνει την τρέλα της αφθονίας και έρχεται να κάνει απολογισμό των πραγμάτων. Έφτασαν οι ύπουλοι καιροί του να ζητάς και να δίνεις λογαριασμό, των υποχρεώσεων που πληρώνουν εντόκως τα αναγνωριζόμενα δικαιώματα, των φιλιών έναντι φιλιών που προαναγγέλλουν το ”μία σου και μία μου” του απελπισμένου γοήτρου.
Με το να ιδιοποιούνται ο ένας τον άλλο, με το να μετράνε την αμοιβαία στοργή, ο καθένας καταλήγει να πειστεί ότι τα προτερήματα του αλλού ήταν προϊόν της φαντασίας, ότι η γενναιοδωρία δεν ανταμείβεται όπως πρέπει κι ότι η έλξη δεν ήταν καθόλου δικαιολογημένη.
Ο έρωτας διαμαρτύρεται ότι εκχωρήθηκε σε αφερέγγυο οφειλέτη, οι απογοητεύσεις συντάσσουν ένα πιστοποιητικό χρεωκοπίας, το πάθος καταλήγει στη μικροπρέπεια, η στοργή στο παζάρεμα, η φιλία στη συκοφάντηση…
Πως να ζήσουμε σ’ έναν κόσμο όπου τα πάντα πληρώνονται; Τις λίγες απολαύσεις που σας απέμειναν να προσφέρετε στους άλλους και στον εαυτό σας, έχετε βαλθεί να τις ανταλλάξετε, να τις λογαριάσετε, να τις ζυγίσετε, να ορίσετε ισοτιμίες.
Το να πίνουμε με ακόρεστη δίψα από το ποτήρι της ζωής είναι η καλύτερη εγγύηση ότι δεν θα στερέψει ποτέ. Αυτό το ξέρουν τα παιδιά, που παίρνουν τα πάντα για να τα προσφέρουν στην τύχη. Η αισθησιακή αφθονία ζωογονεί τις τοπιογραφίες τους πριν η οικονομική επιταγή αρχίσει την αντίστροφη μέτρηση του βιώματος. Πριν μάθουν την ανταποδοτικότητα, πριν μυηθούν στο να αξίζουν ένα δώρο, να απαιτούν τα οφειλόμενα, να ανταμείβουν για ένα κέρδος, να τιμωρούν για μια υποτίμηση, να ευχαριστούν εκείνους που τους αφαιρούν ένα προς ένα τα θέλγητρα μιας ύπαρξης δίχως αντάλλαγμα.
Το ίδιο ισχύει και για τους παθιασμένους, αυτά τα παιδιά που ξανα-ανακαλύφθηκαν μέσα στον εαυτό τους. Οι εραστές δίνουν τα πάντα και παίρνουν τα πάντα ανεπιφύλακτα. Σαν να συναγωνίζονται ποιος θα προσφέρει τα περισσότερα, δίχως να ζητά τίποτα σε ανταπόδοση. Κι αυτό δεν παύει να δίνει περισσότερη δύναμη στον έρωτα, που αντλεί νέες απολαύσεις ακόμα κι από τις ατονίες του και τις εξαντλήσεις του.
Αν η συγκυρία των συναντήσεων μου προσφέρει τον έρωτά σου και σου προσφέρει τον δικό μου, μην υποβιβάζεις την αρμονία των επιθυμιών μας σε ανταλλαγή… [Πρέπει να ζητώ ανταπόδοση] για να αγαπήσω; Τόσο λίγο αγαπώ τον εαυτό μου; Όποιος δεν είναι γεμάτος από τις δικές του επιθυμίες δεν μπορεί να δώσει τίποτα. Όποιος βαδίζει στον δρόμο του δούναι και λαβείν, προχωρά σιγά σιγά προς την ανία, την κούραση και τον θάνατο…
…Όποιος ξέρει να αφουγκράζεται προσεκτικά την απόλαυση, αγνοεί πατρίδες και σύνορα, αφέντες και δούλους, κέρδος και ζημία. Η σεξουαλική πληθώρα είναι αυτάρκης, έχει στο χώρο της και στο χρόνο της αρκετή τόλμη για να συντρίψει ο,τι την εμποδίζει…» [σελ. 54, 57-62, 98]
Αντλήθηκαν αποσπάσματα από εδώ: https://vaneigem79.wordpress.com/ / http://eagainst.com