Γράφει ο Γιώργος Κάργας*
«Κάθε πρόοδος δεν είναι μόνο πρόοδος στην τέχνη της καταλήστευσης του εργάτη αλλά ταυτόχρονα και στην τέχνη της καταλήστευσης του εδάφους, κάθε πρόοδος στην αύξηση της ευφορίας του είναι ταυτόχρονα πρόοδος στην καταστροφή των διαρκών πηγών της ευφορίας του. Γι’ αυτό η καπιταλιστική παραγωγή αναπτύσσει την τεχνική και τον συνδυασμό της κοινωνικής διαδικασίας παραγωγής μόνο υπονομεύοντας ταυτόχρονα τις πηγές κάθε πλούτου: τη γη και τον εργάτη» (Κ. Μαρξ).
Στην περίοδο της κρίσης, είναι προφανές ότι ανεβαίνει η αντιπαράθεση ανάμεσα στα διάφορα ιδεολογικο-πολιτικά ρεύματα και όσον αφορά τις αιτίες της αλλά και τους δρόμους και τρόπους ξεπεράσματός της. Ειδικά στην αγροτική παραγωγή ξεχωρίζουν ορισμένα βασικά ζητήματα με κεντρικό το θέμα της τεχνολογίας. Από την πλευρά της κυρίαρχης πολιτικής όσο και από την πλευρά διάφορων “οικολογιζόντων”, η τεχνολογία κατανοείται σαν ένας εξωγενής παράγοντας και κοινωνικά ουδέτερος. Σύμφωνα με την “κυρίαρχη άποψη” αν η νέα τεχνολογία εισαχθεί στην παραγωγή θα επιλύσει σημαντικά προβλήματα, ενώ σύμφωνα με τους “οικολογίζοντες” εάν δεν εισαχθεί πάλι θα έχουμε οφέλη.
Οι απόψεις αυτές υποβαθμίζουν την σημασία των σχέσεων παραγωγής και κατανομής και το γεγονός ότι οι τεχνολογικές αλλαγές βοήθησαν την στενή διαπλοκή, σύμπλευση και διασύνδεση του αγροτικού τομέα με τις βιομηχανίες εισροών και μεταποίησης στα πλαίσια του “αγροτοδιατροφικού συμπλέγματος”. Το είδος των τεχνολογικών αλλαγών οι οποίες προωθούνται μέσα στα πλαίσια αυτού του συμπλέγματος συνεπάγονται κέρδη για τις κυρίαρχες μερίδες και εκμετάλλευση, φτώχεια για τους μικροαγρότες σε επίπεδο χώρας, αλλά και παγκόσμια. Επίσης, εξασφαλίζουν μεγαλύτερη πειθάρχηση και εκμετάλλευση των εργαζόμενων αγροτών. Οι τεχνολογικές αλλαγές δεν μπορούν επομένως να θεωρηθούν κοινωνικά ουδέτερες.
–
Η εκμηχάνιση της αγροτικής παραγωγής σε παγκόσμιο επίπεδο (τρακτέρ, μηχανές, συστήματα άρδευσης, χρήση λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων και πολλαπλασιαστικού υλικού, οδήγησαν σε μια εντυπωσιακή αύξηση της παραγωγικότητας, δημιουργώντας παράλληλα τεράστια προβλήματα στο περιβάλλον και την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων. Τέτοια προβλήματα είναι η μόλυνση των επιφανειακών και των υπόγειων νερών, η υποβάθμιση και η ερημοποίηση παραγωγικών εδαφών, η εξάντληση των υπόγειων υδροφόρων, η μείωση της βιοποικιλότητας, η εμφάνιση καινούργιων εχθρών και ασθενειών των φυτών και των ζώων και άλλα. Ένα καινούργιο δεδομένο το οποίο έχει προκαλέσει επαναστατικές αλλαγές στην γεωργία είναι ο συνδυασμός βιολογίας, γενετικής και ηλεκτρονικής. Τα προϊόντα αυτού του συνδυασμού είναι πολλές φορές γενετικά μεταλλαγμένα με άγνωστη συνήθως την συμπεριφορά τους στις πραγματικές συνθήκες. Οι ίδιες οι πολυεθνικές που παρήγαγαν τα χημικά προϊόντα των οποίων η χρήση δημιούργησε τα γνωστά προβλήματα, αξιοποιούν αυτά τα προβλήματα για την προώθηση νέων προϊόντων που θα τους αποφέρει τεράστια κέρδη.
Η κρυμμένη ταξικότητα της τεχνολογίας
–
Μια άλλη διαδικασία η οποία είναι αξιοσημείωτη και σχετίζεται με τις τεχνολογικές εξελίξεις, την βιοτεχνολογία και την κυριαρχία των πολυεθνικών, είναι η μετατροπή του σπόρου από κοινό πλουτοπαραγωγικό πόρο ελεγχόμενο και παραγόμενο από τον αγρότη σε άμεσα ελεγχόμενο από το κεφάλαιο. Η κυριαρχία αυτού του φαινομένου σε συνάρτηση με την καταστροφή της γενετικής ποικιλότητας λόγω της μονοκαλλιέργειας που έχει επιβληθεί έχει σαν άμεση συνέπεια τον μονοπωλιακό έλεγχο πάνω στις νέες ποικιλίες και τα υβρίδια. Τα εργαστήρια ψάχνουν να βρουν καινούργια φυτά ανθεκτικά στα παρασιτοκτόνα και τα εντομοκτόνα που παράγουν τα ίδια αυτά εργαστήρια. 20-30 πολυεθνικές ελέγχουν ένα τρίτο των επεξεργασμένων τροφίμων, ελάχιστες ελέγχουν το 75% του διεθνούς εμπορίου σιτηρών, 6 κατέχουν το 75% της παγκόσμιας αγοράς φυτοπροστατευτικών προϊόντων, ελέγχουν τις μισές πωλήσεις της παγκόσμιας παραγωγής μπανανών ενώ η Monsanto από μόνη της ελέγχει ουσιαστικά την παγκόσμια αγορά μεταλλαγμένων σπόρων. Δεν ήταν τυχαία η απαίτηση των Η.Π.Α την δεκαετία του 90 για την ενσωμάτωση στις συμφωνίες για το παγκόσμιο εμπόριο της ειδικότερης συμφωνίας με το όνομα T.R.I.P.S, για την κατοχύρωση των ιδιοκτησιακών και πνευματικών δικαιωμάτων πάνω σ’ όλο το νέο γενετικό υλικό. Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με την σημερινή κρίση έχει οδηγήσει στην υπερχρέωση και την φτώχια εκατομμύρια λαούς του λεγόμενου τρίτου κόσμου.
–
Οι εξεγέρσεις πεινασμένων τα προηγούμενα δύο χρόνια σχετίζονται άμεσα με το φαινόμενο πλήρους ελέγχου των σπόρων και του γενετικού υλικού από τις πολυεθνικές. Ο έλεγχος αυτός μπορεί άνετα να οδηγήσει σε πείνα λαούς εάν το θελήσουν οι πολυεθνικές. Έχει γραφτεί και δεν είναι ακραίο ότι καμία επανάσταση δεν μπορεί να επιζήσει σήμερα γιατί άνετα μπορούν να την οδηγήσουν στον λιμό αν δεν λύσει σύντομα το πρόβλημα του γενετικού υλικού.
–
Η τεχνολογία πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν ένας ενδογενής και μη ουδέτερος παράγοντας της αναπτυξιακής διαδικασίας. Σκοπός πρέπει να πρέπει να είναι η δημιουργία και η εφαρμογή μιας τεχνολογίας η οποία θα διασφαλίζει και θα βελτιώνει την συλλογική και συνεταιριστική απασχόληση των αγροτών, θα εξασφαλίζει επαρκή και ποιοτικά προϊόντα για τη θρέψη των εργαζόμενων και ταυτόχρονα θα προστατεύει το περιβάλλον.
–
Παρόλα αυτά όμως οι κυρίαρχοι κύκλοι, οι διεθνείς οργανισμοί και ειδικά η ΕΕ προσπαθούν να μας πείσουν και υποστηρίζουν ότι το κυρίαρχο πρότυπο ανάπτυξης του αγροτικού τομέα είναι το μόνο ρεαλιστικό και επιστημονικά εδραιωμένο. Επανέρχεται δηλαδή και σ’ αυτή την περίπτωση η γνωστήιδεολογική τρομοκρατία των μονόδρομων. Έχει λοιπόν μεγάλη αξία στο πλαίσιο διατύπωσης μιας αντικαπιταλιστικής λογικής και παρέμβασης στα ζητήματα της αγροτικής παραγωγής, των τροφίμων και του περιβάλλοντος η προσπάθεια εξέτασης σε βάθος αυτού που προβάλλεται ως “μονόδρομος” δηλαδή η ζωή εντός ευρώ, ΕΕ και καπιταλισμού.
Μεθοδολογικά θα εξετάσουμε την περίπτωση των δύο επαναστάσεων, της λεγόμενης “πράσινης επανάστασης (ΠΕ)” και της πιο πρόσφατης της βιοτεχνολογικής που συντελέστηκαν στα πλαίσια αυτού του “μονόδρομου”.
Η πολιτική της Π.Ε εμφανίστηκε και προωθήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 και παρουσιάστηκε σαν μια προσπάθεια καταπολέμησης της φτώχιας και της πείνας ιδιαίτερα στο λεγόμενο τρίτο κόσμο. Το κέντρο βάρους της ΠΕ σύμφωνα με τους υποστηριχτές της έπεφτε στην εφαρμογή νέων τεχνολογιών τέτοιων όπως η χρήση βελτιωμένων σπόρων και ποικιλιών, η χρήση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων και η εκτεταμένη εκμηχάνιση κυρίως στην επεξεργασία των εδαφών και στην συλλογή των καλλιεργειών. Επίσης περιελάμβανε εφαρμογή αρδευτικών συστημάτων, δημιουργία φραγμάτων , εκτροπές ποταμών και άλλα.
–
Η αποδοχή της ΠΕ βέβαια σαν ένα πρότυπο μόνο τεχνολογικής ανάπτυξης είναι περιοριστική στην κατανόηση του χαρακτήρα της και των επιπτώσεών της στον άνθρωπο και το περιβάλλον και οδηγεί σε μια αταξική και επιφανειακή αντιμετώπιση των τεχνολογικών αλλαγών που περιελάμβανε. Η ΠΕ ήταν ουσιαστικά μια προσπάθεια “βίαιης” επέκτασης των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στην γεωργική παραγωγή όχι μόνο στον τρίτο κόσμο αλλά και στο πρώτο και η προσπάθεια υπαγωγής της στις ανάγκες των κυρίαρχων μερίδων του πολυεθνικού κεφάλαιου, χωρών και κρατών. Σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια αυτή έπαιξαν διάφοροι υπερεθνικοί οργανισμοί όπως η Διεθνής τράπεζα, το ΔΝΤ, ο ΟΗΕ και η ΕΕ οι οποίοι χρηματοδοτούσαν και χρηματοδοτούν την προώθηση των ανάλογων πολιτικών ανεξάρτητα πως κάθε φορά τις παρουσίαζαν.
Τα 30-40 χρόνια από την εφαρμογή της μπορούν εύκολα να επιβεβαιώσουν αυτά τα συμπεράσματα. Εκατομμύρια αγρότες πετάχτηκαν έξω από την γεωργική δραστηριότητα, οι σχέσεις παραγωγής μετασχηματίστηκαν μαζικά σε παγκόσμιο επίπεδο, η συγκέντρωση της γης και της παραγωγής προχώρησαν με γεωμετρική πρόοδο και η γεωργία ενσωματώθηκε οργανικά στις ανάγκες της βιομηχανίας εισροών και τροφίμων.
–
Παράλληλα, οι επιπτώσεις στο περιβάλλον από την προώθηση της ΠΕ ήταν ιδιαίτερα οδυνηρές. Η χρήση των μονοκαλλιεργειών που πολλοί, μάλλον δικαιολογημένα, αποκάλεσαν “γεωργικό φορντισμό” οδήγησαν στην μείωση της βιοποικιλότητας, στην εξάντληση των θρεπτικών στοιχείων των εδαφών, στην εμφάνιση νέων και πιο δύσκολων στην καταπολέμηση ασθενειών. Το φαινόμενο αυτό οδήγησε στην χρήση πιο αυξημένων ποσοτήτων φυτοφαρμάκων με ότι αυτό συνεπάγεται στο περιβάλλον και στην ποιότητα των τροφίμων. Οι εκτροπές ποταμών και η δημιουργία φραγμάτων με κριτήριο την επίτευξη “ανταγωνιστικής γεωργίας”, οδήγησαν σε τεράστια οικολογικά εγκλήματα. Οι αυξημένες απαιτήσεις σε νερό των νέων καλλιεργειών είχε σαν αποτέλεσμα την εξάντληση των υπόγειων υδροφόρων οριζόντων και την εισβολή της θάλασσας ειδικά στις παράκτιες περιοχές. Το φαινόμενο της υφαλμύρωσης των υπόγειων νερών είναι ιδιαίτερα έντονο στις μεσογειακές χώρες. Στην χώρα μας όλες σχεδόν οι παράκτιες περιοχές αντιμετωπίζουν το πρόβλημα αυτό.
–
Η περίπτωση της χρήσης των βελτιωμένων σπόρων χρειάζεται ειδική μνεία διότι αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα όπλα των υποστηριχτών της ΠΕ. Κατ’ αρχάς πρέπει να αναφέρουμε ότι οι σπόροι αυτοί δεν είναι σπόροι υψηλών αποδόσεων αλλά σπόροι “υψηλής ανταπόκρισης”. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η αυξημένη απόδοσή τους εξαρτάται από την αυξημένη εισροή λιπασμάτων, φαρμάκων και νερού. Έτσι λοιπόν πολλά από τα περιβαλλοντικά προβλήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω έχουν άμεση σχέση με την χρήση αυτών των σπόρων. Επίσης η καθιέρωση τους οδήγησε στην μετατροπή του γενετικού υλικού από κοινό πλουτοπαραγωγικό πόρο σε εμπόρευμα και την μετατροπή τους σε ατομική ιδιοκτησία των πολυεθνικών. Πιο χαρακτηριστική περίπτωση αποτελούν τα υβρίδια καλαμποκιού τα οποία έχουν καθιερωθεί παγκοσμίως. Η προώθηση των υβριδίων είναι άμεση επιλογή των πολυεθνικών διότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο μία φορά για να δώσουν αυξημένες αποδόσεις υπό την προϋπόθεση χορήγησης αυξημένων λιπασμάτων, νερών κ.λ.π.. Οι αγρότες λοιπόν είναι υποχρεωμένοι κάθε χρόνο να αγοράζουν αυτούς τους σπόρους από τις πολυεθνικές για να καλλιεργήσουν. Έτσι οι πολυεθνικές προωθούν μια τεχνολογία που τους επιφέρει κέρδη και ταυτόχρονα η χρησιμοποίησή της δημιουργεί τεράστια κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα. Πολλές περιοχές του πλανήτη αποτελούν μνημεία του τι δημιούργησε η προώθηση του συγκεκριμένου μοντέλου γεωργικής παραγωγής π.χ Παντζάμπ στην Ινδία, περιοχές της Αφρικής ή στην Λ. Αμερική. Επίσης ανάλογες καταστάσεις έχουμε και στις πρώην “σοσιαλιστικές χώρες” οι οποίες στην πράξη υιοθέτησαν αυτό το μοντέλο. Από τα παραπάνω νομίζουμε ότι αποδεικνύεται ότι η τεχνολογία δεν είναι ουδέτερη και αταξική και το περιεχόμενό, η κατεύθυνση της εξαρτώνται από τις επιλογές των κυρίαρχων κύκλων και βέβαια επιφέρει κέρδη γι’ αυτούς και οξύνει τα προβλήματα της πλειοψηφίας των αγροτών και του περιβάλλοντος στο πλανήτη.
Η ‘’βιοτεχνολογική επανάσταση’’
–
Η προώθηση της “βιοτεχνολογικής επανάστασης” και των εφαρμογών της, η οποία γίνεται στο όνομα της καταπολέμησης της πείνας και της προστασίας του περιβάλλοντος αποτελούν μια ισχυρή απόδειξη της χρεωκοπίας της ΠΕ η οποία εφαρμόστηκε στο όνομα ακριβώς αυτών των δύο παραγόντων τα οποία όχι μόνο δεν έλυσε αλλά όξυνε.
Όμως η βιοτεχνολογική επανάσταση υπό τις κρατούσες κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές σχέσεις θα οδηγήσει σ’ έναν παροξυσμό και θα γενικεύσει όλα τα προβλήματα και τις αντιθέσεις που δημιουργήθηκαν την προηγούμενη περίοδο. Τα γενετικά μεταλλαγμένα τρόφιμα- σκουπίδια αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Οι τάσεις είναι ήδη ορατές. Μερικές ποικιλίες γενετικά μεταλλαγμένων σπόρων θα κυριαρχούν στον πλανήτη οι οποίες θα βρίσκονται στα χέρια 5-6 πολυεθνικών. Το γενετικό υλικό για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας μαζικά θα έχει γίνει ατομική ιδιοκτησία. Η μονοκαλλιέργεια θα γενικευτεί. Το γενετικό απόθεμα και η βιοποικιλότητα θα μειωθούν σε απελπιστικό βαθμό. Η πιθανότητα εμφάνισης νέων πιο ανθεκτικών ασθενειών είναι πολύ πιο μεγάλη. Τα προβλήματα του περιβάλλοντος με την καλλιέργεια γενετικά μεταλλαγμένων σπόρων θα πάρουν εκρηκτικές διαστάσεις. Το σπάσιμο των γενετικών συνόρων όπου γόνοι ζωϊκών οργανισμών μεταφέρονται σε φυτά και αντιστρόφως θα δημιουργήσει μια γενετική βαβέλ με απροσδιόριστες συνέπειες για την ποιότητα των τροφίμων και το περιβάλλον.
–
Στα πλαίσια λοιπόν της γενικότερης κρίσης του συστήματος απόσπασης υπεραξίας, οι απαιτήσεις για αύξηση του ποσοστού κέρδους των πολυεθνικών εταιρειών είναι προφανές ότι μετατρέπουν το φυσικό, οικολογικό και γενετικό περιβάλλον σε χρυσή εφεδρεία σε νέα ενδοχώρα για την ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής αξιοποιώντας τις κατακτήσεις της βιοτεχνολογίας.
Τεχνοφοβία ενάντια στην τεχνοκρατία;
Είναι προφανές ότι τα προβλήματα αυτά δημιούργησαν την προηγούμενη περίοδο και θα δημιουργήσουν ακόμα περισσότερο τώρα μια αυθόρμητη αντίδραση απέναντι στον καταστροφικό για τον άνθρωπο και το περιβάλλον “παραγωγισμό” την αστικής τάξης και του υποταγμένου εργατικού κινήματος. Όμως στις περισσότερες περιπτώσεις η αντίδραση αυτή υποβαθμίζει το ζήτημα της αλλαγής των σχέσεων παραγωγής και αντιπαραθέτει απέναντι στην “τεχνολογική αισιοδοξία” της αστικής τάξης την “τεχνολογική απαισιοδοξία” και την άρνηση της ταξικής πάλης στο ζήτημα των παραγωγικών δυνάμεων.
–
Οι δυνάμεις που συγκρούονται σήμερα, ως προς την σχέση ανθρώπου –φύσης δεν είναι απ’ την μια η οικολογικά και βιοτεχνολογικά αναίσθητη, ανάλγητη, εκμεταλλευτική και καταστροφική λογική της αγοράς, της “ανάπτυξης”, της αποθέωσης της βιομηχανίας και των παραγωγικών δυνάμεων και απ’ την άλλη η κοινωνική και πολιτική “συμμαχία” της οικολογίας και του σεβασμού της φύσης. Αλλά είναι, απ’ την μια μεριά οι δυνάμεις, οι σχέσεις και η πολιτική διαχείριση της φύσης, του περιβάλλοντος, της βιοτεχνολογίας στα πλαίσια της μέγιστης καπιταλιστικής κερδοφορίας, στα πλαίσια των αναγκών, των αγαθών και των αξιών που αυτή γεννά, με κύριο ζητούμενο την υπερεκμετάλλευση των εργαζόμενων και της φύσης. Και απ’ την άλλη είναι η τάση χειραφέτησης των εργαζόμενων στην αγροτική παραγωγή και γενικά, η διεκδίκηση της κυριαρχίας των αναπτυσσομένων αναγκών τους και των αξιών χρήσης που αυτές απαιτούν πάνω στην καπιταλιστική παραγωγή, τις ανταλλακτικές αξίες της, την επιστημονική και την τεχνική κατεύθυνση που αυτή επιβάλλει.
- Πανεπιστημιακός (Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών)