Ιστορικά συμβάντα, προσωπικά βιώματα, ή περιστατικά της καθημερινής ζωής επιλέγονται για να αποδοθούν χαρακτηρισμοί, κατά περίσταση, πρόβατου ή λύκου, ως κυρίαρχων ενστίκτων στην ανθρώπινη φύση. Τι από τα δυο μπορεί να χαρακτηρίσει – πάντα κάτω από συγκεκριμένες κάθε φορά συνθήκες – τα ανθρώπινα ένστικτα; Πρόβατα ή λύκοι;
Ο άνθρωπος είναι καλός ή κακός; Είναι ελεύθερος ή τον καθορίζουν οι συνθήκες; Η μήπως είναι και οι δύο αυτές εκδοχές λαθεμένες και δεν είναι ο άνθρωπος ούτε το ένα ούτε το άλλο ή είναι και τα δύο μαζί; Για να απαντήσουμε σ’ αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει να αρχίσουμε με τη συζήτηση μιας ακόμα ερώτησης. Μπορεί κανείς να μιλάει για «ουσία» ή «φύση» του ανθρώπου κι αν ναι πώς μπορεί να οριστεί;
Oι άνθρωποι είναι «πρόβατα»;
Εκείνοι πού προτείνουν ότι οι άνθρωποι είναι πρόβατα, δεν έχουν παρά να τονίσουν το ότι οι άνθρωποι εύκολα επηρεάζονται για να κάνουν αυτό πού τούς λένε, έστω και αν αυτό είναι κακό για τούς ίδιους τούς εαυτούς τους.
‘Ότι ακολουθούν τούς ηγέτες τους σε πολέμους πού δεν τούς προσφέρουν τίποτε άλλο από καταστροφή. Ότι πιστεύουν σε κάθε είδους ανοησία αν τούς την παρουσιάσουν αρκετά έντονα και αν υποστηρίζεται από δύναμη – από τις γεμάτες τραχύτητα απειλές των παπάδων και των βασιλιάδων μέχρι τις ήπιες φωνές κρυφών και φανερών υποκινητών.
Φαίνεται ότι στην πλειονότητά τους οι άνθρωπου είναι μισοξύπνια παιδιά πού δέχονται εύκολα επιδράσεις, όντας πρόθυμα να παραδώσουν τη βούληση τους σ’ οποιοδήποτε τούς μιλήσει με φωνή αρκετά απειλητική η αρκετά γλυκιά για να τούς επιβληθεί. Πραγματικά, εκείνος πού έχει μια πεποίθηση τόσο στερεή ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει την αντίθεση τού πλήθους, αποτελεί περισσότερο την εξαίρεση παρά τον κανόνα, μια εξαίρεση πού συνήθως την εμπαίζουν ο ί σύγχρονοί του και τη θαυμάζουμε αιώνες αργότερα.
Σ’ αυτήν ακριβώς την υπόθεση – ότι δηλαδή οι άνθρωποι είναι πρόβατα – εδραίωσαν τα συστήματά τους οι ιεροεξεταστές και οι δικτάτορες. Και ακόμη , αυτή ακριβώς η πεποίθηση ότι οι άνθρωποι είναι πρόβατα και γι αυτό χρειάζονται ηγέτες να παίρνουν αποφάσεις γι’ αυτούς, έκανε τους ηγέτες να πιστεύουν ειλικρινά ότι εκπληρώνουν ένα ηθικό καθήκον – ακόμα και τραγικό – όταν δίνουν στον άνθρωπο αυτό πού χρειάζεται: να γίνονται δηλαδή αυτοί ηγέτες και τον απαλλάσσουν από το φορτίο της ευθύνης και της ελευθερίας.
Oι άνθρωποι είναι «λύκοι»;
Αν όμως οι περισσότεροι άνθρωποι είναι πρόβατα, τότε γιατί ή ζωή τού ανθρώπου είναι τόσο διαφορετική από τη ζωή τού προβάτου; Ή ιστορία του είναι γραμμένη με αίμα. Είναι μια ιστορία αδιάκοπης βίας, στην οποία πάντα σχεδόν χρησιμοποιείται ή δύναμη για να καμφθεί ή θέλησή του. Ο Ταλαάτ πασάς μόνος του εξόντωσε εκατομμύρια Αρμένιους; Μόνος του ο Χίτλερ εξόντωσε εκατομμύρια Εβραίους; Μόνος του ό Στάλιν εξόντωσε εκατομμύρια πολιτικών αντιπάλων του; Οι άντρες αυτοί δεν ήταν μόνοι. Είχαν χιλιάδες ανθρώπους πού σκότωναν για λογαριασμό τους, βασάνιζαν για λογαριασμό τους και το έκαναν αυτό όχι μόνο με τη θέλησή τους αλλά και με ευχαρίστηση.
Μήπως δε διαπιστώνουμε την απανθρωπιά τού ανθρώπου προς τον άνθρωπο παντού – στοές ανελέητους πολέμους, στο φόνο και το βιασμό, στη δίχως έλεος εκμετάλλευση του ασθενέστερου από τον Ισχυρότερο, καθώς και στο γεγονός ότι οι στεναγμοί τού βασανιζόμενου, τού πλάσματος πού υποφέρει, πολύ συχνά φτάνουν σε κουφά αφτιά και σκληρές καρδιές;
‘Oλα αυτά τα γεγονότα οδήγησαν στοχαστές όπως ο Χομπς στο συμπέρασμα ότι: homo homini lupus ( ο άνθρωπος είναι λύκος για τούς συνανθρώπους του). Οδήγησαν πολλούς από μάς σήμερα στην υπόθεση ότι ό άνθρωπος είναι κακοήθης και καταστροφικός από τη φύση του, ότι είναι φονιάς πού αν δεν καταπιάνεται με την αγαπημένη του ενασχόληση, το κάνει μόνο από φόβο μπροστά σε πιο δυναμικούς φονιάδες. Αλλά τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών μάς φέρνουν σε αμηχανία.
Για την πλάνη των «ρεαλιστών»
Ή απάντηση στα ερωτήματα αυτά έχει ουσιαστική σημασία σήμερα, πού τα έθνη προσβλέπουν στη χρήση των πιο καταστροφικών δυνάμεων για να εξαφανίσουν τους «εχθρούς» τους, και δε δείχνουν να λογικεύονται ακόμη και μπροστά στην πιθανότητα να εξαφανιστούν κι αυτά τα ίδια μέσα στο ολοκαύτωμα. Αν εδραιωθεί μέσα μας ή πεποίθηση πώς το ανθρώπινο γένος κλίνει από φυσικού του στην καταστροφή, ότι είναι ριζωμένη βαθιά μέσα του ή ανάγκη να χρησιμοποιεί βία, τότε η αντίστασή μας στην ολοένα αυξανόμενη αποκτήνωση θα αποδυναμώνει όλο και περισσότερο. Γιατί να αντισταθούμε στους λύκους αφού όλοι είμαστε λύκοι;
Όντας ένας από εκείνους πού παρερμηνεύτηκαν πολλές φορές οι απόψεις τους πώς υποτιμούν το δυναμικό του κακού πού υπάρχει στον άνθρωπο, επιθυμώ να τονίσω ότι μια τέτοια συναισθηματική αισιοδοξία δεν διακρίνει καθόλου τη σκέψη μου . Και θα ήταν μάλιστα πολύ δύσκολο για όποιον έχει μια τόσο μεγάλη κλινική εμπειρία σαν ψυχαναλυτής να υποτιμήσει τις καταστροφικές δυνάμεις πού υπάρχουν μέσα στον άνθρωπο.
Υπάρχει ωστόσο ό κίνδυνος, η αίσθηση αυτή αδυναμίας πού νιώθουν ολοένα και πιο έντονα σήμερα οι άνθρωποι – τόσο οι διανοούμενοι όσο και ό μέσος άνθρωπος – να τούς οδηγήσει στο να αποδεχτούν μια νέα εκδοχή της διαφθοράς και τού προπατορικού αμαρτήματος πού χρησιμεύει σαν αιτιολόγηση στην ηττοπαθή άποψη πώς ό πόλεμος δεν είναι δυνατό να αποφευχθεί, επειδή είναι αποτέλεσμα της καταστροφικότητας της ανθρώπινης φύσης.
Μια τέτοια άποψη, πού πολλές φορές ισχυρίζεται ότι βασίζεται στον υπέρτατο ρεαλισμό, δεν είναι ρεαλιστική για δύο λόγους.
Πρώτον, η ένταση των καταστροφικών παρορμήσεων δε σημαίνει καθόλου ότι είναι ακαταμάχητες η κυριαρχικές.
Το δεύτερο σφάλμα της άποψης αυτής βρίσκεται στην προ υπόθεση ότι οι πόλεμοι είναι κατά κύριο λόγο το αποτέλεσμα ψυχολογικών δυνάμεων.
Δεν χρειάζεται να επιμείνουμε πολύ σχετικά με το σφάλμα αυτού τού «ψυχολογισμού » για την κατανόηση των κοινωνικών και πολιτικών φαινομένων.
Οι πόλεμοι είναι αποτέλεσμα της απόφασης των πολιτικών, στρατιωτικών και επιχειρηματιών ηγετών να κηρύξουν πόλεμο για να κατακτήσουν εδάφη, πλουτοπαραγωγικές πηγές, εμπορικά πλεονεκτήματα.
Επίλογος
-Ό άνθρωπος δεν παύει να είναι ανθρώπινος ακόμη κι αν οπισθοδρομήσει στις πιο αρχαϊκές μορφές εμπειρίας. ‘Έτσι δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με το κακό σαν λύση.
-Κακό είναι ή απώλεια από τον άνθρωπο τού εαυτού του στην τραγική προσπάθεια ν’ απαλλαχτεί από το βάρος της ανθρωπιάς του . Και ή δυνατότητα του κακού γίνεται πολύ μεγαλύτερη , γιατί ό άνθρωπος είναι προικισμένος με φαντασία πού τον κάνει ικανό να φαντάζεται όλες τις δυνατότητες για το κακό κι έτσι να επιθυμεί αυτές τις δυνατότητες και να ενεργεί πάνω σ’ αυτές, να τρέφει την κακή φαντασία του.
-Ό άνθρωπος είναι υπεύθυνος ως το σημείο πού είναι ελεύθερος να διαλέξει τις πράξεις του.
-Ή καρδιά τού ανθρώπου μπορεί να σκληρύνει. Μπορεί να γίνει απάνθρωπη αλλά ποτέ μη ανθρώπινη. Παραμένει πάντοτε καρδιά τού ανθρώπου .
‘Όλοι μας οριζόμαστε από το γεγονός ότι γεννηθήκαμε άνθρωποι, και κατά συνέπεια από το χωρίς τελειωμό καθήκον να παίρνουμε αποφάσεις. Πρέπει να διαλέγουμε τα μέσα μαζί με τους σκοπούς. Δεν πρέπει να βασιζόμαστε πώς κάποιος θα μας σώσει, αλλά να έχουμε επίγνωση τού γεγονότος ότι οι λαθεμένες επιλογές μάς κάνουν ανίκανους να σώσουμε τούς εαυτούς μας.
Πρέπει πραγματικά να αποκτήσουμε γνώση για να μπορέσουμε να διαλέξουμε το καλό – αλλά καμιά γνώση δε θα μας οδηγήσει αν έχουμε χάσει την ικανότητα να μας συγκινεί ή δυστυχία ενός άλλου ανθρώπινου όντος, ή φιλική ματιά ενός άλλου προσώπου, το κελάηδημα ενός πουλιού, το πράσινο χρώμα της χλόης.
Αν ό άνθρωπος γίνει αδιάφορος στη ζωή, δεν υπάρχει πια ελπίδα πως μπορεί να διαλέξει το καλό. Τότε, ή καρδιά του θα έχει πραγματικά σκληρύνει τόσο, πού ή « ζωή» του θα έχει τελειώσει. Αν αυτό συμβεί σ’ ολόκληρη την ανθρωπότητα ή στα πιο δυναμικά μέλη της, τότε η ζωή της ανθρωπότητας θα σβήσει ακριβώς τη στιγμή πού παρουσιάζει τις πιο μεγάλες υποσχέσεις.
Επιλογή κειμένων από το βιβλίο του Έριχ Φρομ: «Η Καρδιά του Ανθρώπου», Εκδόσεις Μπουκουμάνη.