Όσο όμως ερχόταν σε σύγκρουση με τη φύση, πάνω στην αέναη προσπάθεια να επιβιώσει κ να καλύψει τις ανάγκες του, στο τέλος κατάφερνε να την καταλάβει, να την ελέγξει κ να την βάλει στην υπηρεσία του: έφτιαχνε σπίτια για να προστατευτεί απ’το κρύο και τη βροχή, δάμασε τη φωτιά, έμαθε την καλλιέργεια της γης. Όσο καταλάβαινε τα φυσικά φαινόμενα, τα συμπεράσματά του τα χρησιμοποιούσε σε όφελός του κ με τον καιρό “εκθρόνιζε” το θεό απ’τα μέχρι τότε μυστήρια της φύσης. Καταλάβαινε ότι η έκλειψη του ήλιου για παράδειγμα, δεν ήταν κάποιο περίεργο καπρίτσιο του θεού, το αποτέλεσμα της οργής του ή όπως αλλιώς το εξηγούσε μέσα στην άγνοιά του. Έμαθε ότι ήταν το φεγγάρι που έμπαινε μπροστά απ’ τον ήλιο.
Έτσι κ η σκέψη του, σιγά-σιγά καταλάβαινε ότι τίποτα το μυστήριο, το υπερφυσικό, το απρόσωπο δεν υπάρχει πίσω απτα φυσικά φαινόμενα: όλα εξηγούνται απτις φυσικές ιδιότητες της ύλης. Το φως, το βάρος, η θερμότητα, η κίνηση, όλα είναι φυσικές ιδιότητες της ύλης που έβλεπε γύρω του κ το μόνο που χρειαζόταν ήταν να τα καταλάβει. Ακόμα κ σήμερα βέβαια υπάρχει πολύς κόσμος που πιστεύει ότι υπάρχει κάποια ανώτερη δύναμη που τα ελέγχει ή που τουλάχιστον τα σχεδίασε όλ’ αυτά. Είναι πολύ δύσκολο για τον άνθρωπο να κατανοήσει τα πράγματα ότι μπορούν να υπάρχουν κι από μόνα τους, πριν και μετά απ’ αυτόν, ανεξάρτητα από το αν τα βλέπει, τα αισθάνεται, τα καταλαβαίνει ή όχι. Ακόμη κι οταν δεν το παραδέχεται όμως. το καταλαβαίνει πια (κι αυτό είναι επίτευγμα της ανθρωπότητας συνολικά) επειδή πια εξελίχτηκε τόσο, ώστε να μπορεί να βγάλει αυτό το συμπέρασμα.
Να ξαναθυμίσουμε λοιπόν, τι σημαίνει υλισμός στη φιλοσοφία: είναι εκείνο το φιλοσοφικό ρεύμα που υποστηρίζει ότι η αρχή των πάντων είναι η ύλη και όλα τα άλλα που υπάρχουν στον κόσμο, ακόμα κ αυτά που λέμε “άυλα”, είναι αποτέλεσμα των ιδιοτήτων της ύλης. Στην καθημερινή ζωή όμως, όταν λέμε κάποιος είναι “υλιστής”, ο πολύς κόσμος καταλαβαίνει τελείως διαφορετικά πράγματα. Αυτό που εννοεί κάποιος όταν λέει “υλιστής” είναι ότι ενδιαφέρεται για υλικά αγαθά, για τις απολαύσεις της “επίγειας” ζωής κι ότι δεν τον ενδιαφέρει η γνώση, το διάβασμα, η τέχνη κλπ. Κ έχει πλάκα, μιας και αυτός που ασχολείται με τον υλισμό στη φιλοσοφία είναι ιδιαίτερα φίλος του “πνεύματος”. Αρα λοιπόν, αυτό που εννοεί ο πολύς κόσμος με τη λέξη “υλιστής” στην πραγματικότητα ειναι ο ηδονιστής, ο ρηχός και πεζός άνθρωπο;.
Συχνά ο υλιστής ταυτίζεται με τον άθεο. Άθεος είναι αυτός που δεν πιστεύει στην ύπαρξη θεών, αν κ πιο σωστά πρέπει να λέμε “αθεϊστής”. Είναι λάθος να λέμε άθεος είναι αυτός που δεν πιστεύει στον θεό, γιατί τότε θα σήμαινε ότι κάποιος, ναι μεν παραδέχεται ότι υπάρχει θεός, απλώς δεν τον λατρεύει, δεν τον επικαλείται, έχει “χάσει” την πίστη του κλπ. Η λέξη άθεος σε κάποιες συντηρητικές κοινωνίες, όπως κ η ελληνική, είναι σχεδόν βρισιά! “Δεν έχει το θεό του” λέμε, για κάποιον που είναι ανήθικος, που δεν έχει αναστολές. Οι εκπρόσωποι της εκκλησίας την έννοια άθεος την ταυτίζουν σχεδόν με αυτόν που πιστεύει στο διάβολο, στο κακό!…
Πέρα από διαβόλους κ τριβόλους όμως, ο άθεος (ή αθεϊστής) είναι μια κατασταλαγμένη φιλοσοφική άποψη. Κατα τεκμήριο, ο υλιστής είναι κ άθεϊστής, μιας κ το να βάζεις την ύλη πάνω απ’ το πνεύμα συνεπάγεται αναγκαστικά ότι δεν παραδέχεσαι την ύπαρξη τέτοιων δυνάμεων. Υπάρχει περίπτωση όμως, κάποιος που είναι ιδεαλιστής, που βάζει τη συνείδηση πρώτα κ μετά την ύλη να είναι κι αυτός άθεος. Μπορεί δηλαδή να θεωρεί ότι πρώτα υπήρξε μια άυλη οντότητα κι απ’ αυτήν προήλθε η ύλη, ωστόσο δεν την ονομάζει “θεό”, δεν της δίνει τις ιδιότητες που οι θρησκείες αποδίδουν στο θεό, δεν την κάνει εικόνισμα. Απ’ την άλλη, υπάρχουν κ ορισμένες θρησκείες, όπως ο Βουδισμός, ο Τζαϊνισμός που ναι μεν παραδέχονται την ύπαρξη θεών, αλλά τους θεωρούν εξίσου φθαρτούς με τον άνθρωπο!
Υπάρχει κι αυτό που λέμε “χυδαίος” υλισμός, με πιο απλά λόγια χοντροκομμένος, πρόχειρος υλισμός χωρίς θεμέλια. Αυτοί ολα τα εξηγούν χοντροκομμένα, μηχανιστικά, χωρίς αιτιότητα. Οι σκέψεις, οι ιδέες, οι εικόνες που έχουμε στο κεφάλι μας λένε ότι είναι κάτι ανάλογο με τα περιττώματα του πεπτικού μας συστήματος! Στον χυδαίο υλισμό, ανήκει κ η σχολή του Βιολογισμού, μιας σχολής που τείνει να τα εξηγεί όλα τα πράγματα, ιδιαίτερα όσα συμβαίνουν στην κοινωνία, σαν επίδραση των βιολογικών μας λειτουργιών. Όταν λες αυτό το πράγμα, στην πραγματικότητα μιλάς δογματικά γιατί αρνείσαι ότι ο άνθρωπος έφτιαξε κοινωνίες χρησιμοποιώντας το μυαλό του, φτιάχνοντας εργαλεία, διαμορφώνοντας σχέσεις παραγωγής δηλαδή. Αν ήταν έτσι όπως λεν οι βιολογιστές, δεν θα εξελισσόταν ο άνθρωπος απ’ την προϊστορική εποχή. Απλά θα έψαχνε να βρεί την τροφή του κι όταν δεν θα την έβρισκε θα πέθαινε της πείνας…
Είδαμε ότι υλισμός σημαίνει πως για να υπάρξει συνείδηση θα πρέπει πρώτα να υπάρχει ύλη απ’την οποία θα προέλθει ως ιδιότητά της. Ο διαλεκτικός υλισμός ομως δεν αρνείται ότι υπάρχουν σκέψεις, ιδέες, αφηρημένες έννοιες κλπ σαν υπαρκτά πράγματα. Απλά λέει ότι όλ’ αυτά, προέρχονται από την ύλη. Ο διαλεκτικός υλισμός είναι ένα φιλοσοφικό σύστημα, μια κατάκτηση του ανθρώπινου μυαλού, που καταφέρνει να εξηγήσει τα πάντα. Είναι το κατάλληλο εργαλείο για την αναζήτηση της γνώσης. Ο διαλεκτικός υλισμός συνέχεια εξελίσσεται μέσα στο μυαλό του ανθρώπου. Το μυαλό μας κυνηγάει συνέχεια την αλήθεια. Το κυνήγι αυτό είναι όλη η ουσία της διαλεκτικής: όταν θα φτάσεις σε μια πρόσκαιρη αλήθεια, κάτι άλλο θα προκύψει κ θα συνεχίσεις το ψάξιμο.
Όταν λέμε κίνηση δεν εννοούμε μόνο όταν ένα αντικείμενο πηγαίνει απ’ το σημείο Α στο Β (μετακίνηση στο χώρο). Για παράδειγμα, όταν ένα φυτό αλλάζει κ με τον καιρό γίνεται ολόκληρο δέντρο, εννοούμε κι αυτό σαν κίνηση. Όταν με το μυαλό μας λύνουμε μια εξίσωση, η διαδικασία που συγκρίνουμε τα δεδομένα κ βγάζουμε αποτέλεσμα κι αυτό κίνηση είναι. Ίσως είναι πιο κατανοητό να λέμε ότι τα πάντα βρίσκονται σε διαρκή μεταβολή.
Αφού πήραμε λοιπόν σαν δεδομένο ότι τα πάντα μεταβάλλονται, ας δούμε λίγο ολα αυτά τα παραδείγματα που περιγράψαμε. Δηλαδή, ένα πράγμα μεταβάλλεται κ μετατρέπεται σε κάτι άλλο. Μια κατάσταση μεταβάλλεται κ γίνεται μια άλλη κατάσταση. Πώς ακριβώς όμως γίνεται αυτό; Το φυτό π.χ. δέχεται το φως του ήλιου, τρέφεται με νερό κ μικροοργανισμούς απ’ το έδαφος κ γίνεται δέντρο. Το αυτοκίνητο βρίσκεται στο σημείο Α, πατάει ο οδηγός το γκάζι, το καύσιμο καίγεται κ δίνει κίνηση στον κινητήρα που με τη σειρά του στέλνει την κίνηση στις ρόδες κ το αυτοκίνητο αλλάζει θέση, πάει στο σημείο Β. Σε ένα κράτος η κυβέρνηση παίρνει αντιλαϊκά μέτρα που δυσαρεστούν τον κόσμο, ο κόσμος ξεσηκώνεται κ ανατρέπει την κυβέρνηση. Το μυαλό μου κινεί τα δάχτυλά μου που πιέζουν τα πλήκτρα στο πληκτρολόγιο, η πίεση στέλνει μια εντολή με ηλεκτρικό ρεύμα στον επεξεργαστή, ο επεξεργαστής τα μετατρέπει σε κείμενο κ το βλέπω στην οθόνη μου. Άρα καθετί μεταβάλλεται επειδή δέχεται κ την επίδραση κι άλλων πραγμάτων που με τη σειρά τους κι αυτά αλλάζουν επειδή δέχονται την επίδραση άλλων κ.ο.κ. Άμα το περιγράψουμε μάλιστα στην εξέλιξη του χρόνου, θα πούμε ότι το πράγμα Α αλλάζει, παλιώνει κ γίνεται το καινούριο πράγμα Β.
Το σχήμα αυτό μπορούμε να το αποδόσουμε με διαλεκτική ορολογία ως εξής: έχουμε μια Θέση, έχουμε κ μια άλλη Θέση την οποία ονομάζουμε Αντίθεση. Η θέση κι η αντίθεση έρχονται η μία αντιμέτωπη με την άλλη, συγκρούονται κ δημιουργούν μια καινούρια κατάσταση που την ονομάζουμεΣύνθεση, η οποία με τη σειρά της θα γίνει μια καινούρια θέση ή αντίθεση κλπ. Με όσο πιο απλό κ παραστατικό τρόπο κάπως έτσι είναι η διαλεκτική μέθοδος ερμηνείας. Χρειάζεται όμως περισσότερη εξήγηση, που θα δούμε παρακάτω.
Θέση, Αντίθεση, Σύνθεση. Αυτός είναι ο τρόπος που λειτουργεί η φύση, η ύλη, η σκέψη, η κοινωνία, θα ρωτήσει κάποιος: Στο παράδειγμα με το φυτό που γίνεται δέντρο, ποιά είναι η θέση, ποιά η αντίθεση κ ποια η σύνθεση; Ας το δούμε λιγάκι λοιπόν. Έχουμε κάτι παλιό που εξελίσσεται, αλλάζει κ γίνεται κάτι καινούριο. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η σύνθεση σ’ αυτή την περίπτωση είναι το αναπτυγμένο πλέον δέντρο, που είναι το τελευταίο στάδιο αυτής της διαδικασίας (κ ασφαλώς το πρώτο στάδιο σε κάποια καινούρια διαδικασία, μη το ξεχνάμε αυτό. Τίποτα δεν τελειώνει έτσι).
Η θέση κ η αντίθεση σ’ αυτό το παράδειγμα πώς προσδιορίζονται; Εδώ λοιπόν βάζουμε την έννοια των αντιθέτων. Τα αντίθετα πράγματα είναι αυτά που, όπως λέει η ελληνική γλώσσα αντι-τίθενται, είναι το ένα ενάντια στο άλλο. Ακούμε πολλά ζεύγη αντιθέτων συχνά: μέρα-νύχτα, άσπρο-μαύρο, καλό-κακό, πάνω-κάτω, μέσα-έξω κ.ο.κ. Δυο καινούρια στοιχεία θα βάλουμε τώρα. Το πρώτο καινούριο στοιχείο είναι το εξής: ανάμεσα στα δύο αντίθετα, υπάρχουν κάποια ενδιάμεσα στάδια, π.χ. δεν διαδέχεται απότομα η νύχτα τη μέρα, ανάμεσα στο τελείως μαύρο κ το τελείως άσπρο υπάρχουν διαβαθμίσεις του γκρι, ανάμεσα στο πάνω κ το κάτω υπάρχει το μέσον κλπ. Το δεύτερο καινούριο στοιχείο είναι ότι υπάρχει ένα μοναδικό σημείο σ’ αυτά τα ενδιάμεσα στάδια που απότομα κάποιο πράγμα γίνεται το αντίθετό του, ή που κάποιο πράγμα μεταβαίνει στην αντίθετη κατάστασή του. Π.χ. μια πέτρα που πέφτει από “πάνω” γίνεται οριστικά “κάτω” όταν τη σταματήσει το έδαφος. Όλα τα ενδιάμεσα στάδια από το “πάνω” προς το “κάτω” τα λέμε αντιφάσεις. Αντίφαση έχουμε όταν ένα πράγμα ή μια κατάσταση, έρχεται σταδιακά σε σύγκρουση με τον εαυτό του/της ώσπου να μετατραπεί στο αντίθετό του/της.
Άμα το καλοσκεφτείτε, όλα τα πράγματα έτσι λειτουργούν. Καθετί αλλάζει κ γίνεται κάτι άλλο, αρνείται δηλαδή τον παλιό του εαυτό. Διευκολύνεται η κατανόησή μας σ’ αυτό αν αντιλαμβανόμαστε όλα τα “πράγματα” που είναι μια στατική, συμπαγής λέξη, σαν “καταστάσεις” που είναι πιο ρευστή, πιο εύπλαστη λέξη.Το φυτό λοιπόν που μεγαλώνει σιγά-σιγά, κάθε φορά προσπερνά την παλιά του κατάσταση κι έρχεται η στιγμή που “αρνείται” τελείως την παλιά του μορφή κ γίνεται δέντρο. Ή όπως έλεγε ο Χέγκελ, που είναι ο πατέρας της σύγχρονης διαλεκτικής, η διαλεκτική είναι η “άρνηση της άρνησης”. Το φυτό αρνείται κάθε στιγμή που μεγαλώνει την προηγούμενή του κατάσταση, ώσπου φτάνει να αρνείται όλες αυτές τις διαδοχικές αρνήσεις κ γίνεται κάτι άλλο, δηλ. δέντρο. Στο φυτό μέσα, όπως κ σε όλα τα πράγματα, επιδρούν κάποιες δυνάμεις (π.χ. ήλιος, νερό, θρεπτικά συστατικά στο χώμα) που δίνουν ώθηση σ’ αυτήν την αλλαγή.
Τα αντίθετα μεταξύ τους πράγματα στην πραγματικότητα είναι το ίδιο πράγμα που πάει απ’ το ένα άκρο στο άλλο, σαν εκκρεμές. Αυτό μας λέει ότι καθετί έχει μέσα του το αντίθετό του. Αυτό που θα δούμε λοιπόν παρακάτω είναι το “αναποδογύρισμα”, πώς κάτι μετατρέπεται στο αντίθετό του.
Οι περισσότεροι από μας από μικροί, είχαμε (κ φυσικά πολύς κόσμος ακόμα έχει) την εντύπωση ότι ο κόσμος φτιάχτηκε από κάποιον θεό. Δηλαδή μια πνευματική δύναμη έφτιαξε τον υλικό κόσμο με τη θέλησή του. Με βάση το πώς εξηγήσαμε το τι είναι ύλη κ πώς απ’ αυτή δημιουργήθηκε ο άνθρωπος κ η συνείδησή του, φτάνουμε τελικά στο αντίθετο συμπέρασμα απ’ αυτό που είπαμε πριν: ότι δηλαδή, ο θεός είναι στην πραγματικότητα ένα δημιούργημα του ανθρώπινου μυαλού, υπάρχει μόνο μέσα στο κεφάλι μας που είναι υλικό αντικείμενο. Άρα ο υλικός κόσμος (μια μορφή του) “έφτιαξε” το θεό.
Ένα άλλο παράδειγμα τώρα. Λέμε κάποιος άνθρωπος είναι κακός κ σκοτώνει τον άλλον. Έχουμε δηλαδή μια κατάσταση που προ-υπάρχει (κάποιος είναι κακός) κ εξαιτίας αυτού σκοτώνει, π.χ. για να κλέψει. Στην πραγματικότητα όμως, αν δούμε τα αίτια που οδηγούν κάποιον να σκοτώσει θα βρούμε πολύ πιο φυσιολογικές αιτίες απ’ το να πούμε αφοριστικά απ’ την αρχή “σκοτώνει γιατί είναι κακός”. Σκοτώνει κ κλέβει επειδή δεν έχει να φάει. Σκοτώνει κ κλέβει επειδή έχει χρέη κλπ. Σκοτώνει κ κλέβει επειδή θέλει πλούτη, δόξα κ δύναμη γιατί όταν ήταν μικρός τον καταπίεζαν, πέρασε φτωχά κ με στερήσεις κλπ. Προσοχή, δεν δικαιολογούμε αλλά αιτιολογούμε. Σκοτώνει επειδή είναι στον πόλεμο κ πρέπει να υπερασπίσει τη ζωή του. Σκοτώνει γιατί δεν μπορεί να ελέγξει τα νεύρα του κ την οργή του.
Για να καταλάβουμε ποιο είναι πραγματικά το αίτιο κ ποιο το αποτέλεσμα θα πρέπει να εφαρμόσουμε μια τακτική με το μυαλό μας: τη λέμε “ανάλυση”. Έχουμε ένα γεγονός. Το αναλύουμε συνεχώς, το κάνουμε “πενηνταράκια” όπως λέμε αλλά δεν μένουμε εκεί. Μετά το ξαναπιάνουμε, το ξανασυνθέτουμε το γεγονός κ το βλέπουμε όπως ακριβώς ήταν στην αρχή, αλλά με την εξής διαφορά: τώρα το καταλαβαίνουμε πολύ πιο βαθιά, γιατί το “σπάσαμε” σε όσο πιο μικρά κομματάκια γίνεται, τα καταλάβαμε ένα-ένα κ μετά αρχίσαμε να ξαναφτιάχνουμε το παζλ, σιγά-σιγά καταλαβαίνοντας την κάθε κίνησή μας, ώσπου να φτάσουμε στο αρχικό γεγονός πάλι.
Είναι σαν τους πίνακες που έκαμναν οι ζωγράφοι με εκατομμύρια μικρές κουκίδες χρώματος όπως αυτόν εδώ. Από μακρυά άμα το δούμε βλέπουμε απλά έναν βαρκάρη. Άμα κοιτάξουμε πιο κοντά, θα δούμε τις εκατομύρια χρωματιστές κουκίδες. Αν πάμε πολύ κοντά, θα βλέπουμε τις κουκίδες αλλά δεν θα μπορούμε να δούμε το έργο σαν σύνολο. Αν απομακρυνθούμε τώρα πάλι, θα ξαναδούμε τον βαρκάρη όπως ήταν στην αρχή, αλλά πλέον θα ξέρουμε ότι είναι ένα αρμονικό πλήθος από κουκίδες. Κ στην αρχή κ στο τέλος, την ίδια εικόνα βλέπουμε αλλά στη δεύτερη περίπτωση, έχουμε μια διαφορετική ποιοτικά αίσθηση. Η αιτία λοιπόν που βλέπουμε το βαρκάρη, είναι ότι υπάρχουν εκατομύρια κουκίδες που τοποθετήθηκαν με τέτοιο τρόπο. Ο βαρκάρης δηλαδή είναι το αποτέλεσμα αυτής της συγκεκριμένης τοποθέτησης κουκίδων. Θα’ ταν χαζό να λέγαμε ότι ο βαρκάρης “αποτελείται” από κουκίδες λες κ ο βαρκάρης είναι η αιτία… ύπαρξης των κουκίδων. Αντίστροφα, οι κουκίδες είναι η αιτία ύπαρξης του βαρκάρη.
Πολλά πράγματα στη ζωή, τα καταλαβαίνουμε πρώτα με τη γενική τους εικόνα που έχουμε γι’ αυτά. Αν μείνουμε μόνο μ’ αυτή την εικόνα, την αρχική εντύπωση, σημαίνει ότι δεχόμαστε μοιρολατρικά το πράγμα ή το γεγονός χωρίς να προσπαθούμε να το καταλάβουμε. Όταν προσπαθούμε να το καταλάβουμε, το “σπάμε” -με το μυαλό μας- σε μικρά κομματάκια επειδή είναι πιο εύκολο να καταλάβουμε πιο μικρά κ πιο απλά πράγματα. Αν μείνουμε σ’ αυτά όμως κάνουμε λάθος, γιατί αυτά είναι μόνο μέσα στο μυαλό μας ενώ στην πραγματικότητα είναι συστατικά ολόκληρου του πράγματος, σαν όλο. Πρέπει λοιπόν να το ξανασυνθέσουμε κι έτσι να το καταλάβουμε ολόπλευρα.
Όσο προχωράμε στα ποστ, τόσο περισσότερο θα εξηγούμε αυτό το φαινόμενο της αντιστροφής.Επειδή έχουμε τη αρχική αίσθηση των πραγμάτων, έτσι όπως αντανακλώνται μες στο μυαλό μας, κάνουμε το λάθος να θεωρούμε την αρχική αίσθησή μας ως αιτία. Κι επειδή στη διαλεκτική δεν μιλάμε ΠΟΤΕ στατικά, το αρχικό αυτό πράγμα που είναι σε διαρκή κίνηση, μεταβολή, κ σε αλληλεπίδραση με άλλα πράγματα, αν καταφέρουμε κ τα λάβουμε όλα αυτά υπόψη, είμαστε πολύ κοντά στο να εξηγήσουμε καλύτερα την πραγματικότητα. Αυτός είναι ο διαλεκτικός υλισμός.
Τώρα θα μιλήσουμε λίγο για τον Χέγκελ (1770-1831) που είπαμε ότι θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης διαλεκτικής. Προσοχή: της διαλεκτικής μόνο. Ο Χέγκελ ήταν ο εισηγητής μιας μεγάλης φιλοσοφικής σχολής, του διαλεκτικού ιδεαλισμού, κ απ’ αυτόν πήραν ο Μαρξ κι ο Ένγκελς τη διαλεκτική. Η Γερμανία, τότε μεταξύ 18ου κ 19ου αιώνα ήταν κορυφαία στις θεωρητικές επιστήμες κ τη φιλοσοφία. Δεν είναι τυχαίο ότι τοτε έβγαλε ίσως τους μεγαλύτερους φιλοσόφους που αυτά που είπαν επηρεάζουν τους φιλοσόφους μέχρι κ σήμερα. Η Γερμανία τότε ήταν σαν την αρχαία Ελλάδα που έβγαλε τους θεμελιωτές της φιλοσοφίας κ των επιστημών. Η εποχή εκείνη ήταν ταραγμένη, γινόντουσαν αναταραχές κ επαναστάσεις, με πιο σημαντική την μεγάλη Γαλλική Επανάσταση. Ήταν η εποχή που οι μεγάλες αυτοκρατορίες ήταν στα τελευταία τους μια κ δεν μπορούσαν άλλο να υπάρχουν μ’ αυτή τη μορφή. Τότε άρχισαν να γίνονται τα σύγχρονα αστικά κράτη με τη μορφή που τα ξέρουμε σήμερα, δηλαδή καπιταλιστικά.
Όταν γίνονται τέτοιες μεγάλες αλλαγές στην κοινωνία αλλάζουν κ τα μυαλά των ανθρώπων, κ οι επιστήμες κ η φιλοσοφία φυσικά. Ο Χέγκελ την εποχή που έγινε φιλόσοφος, η φιλοσοφία είχε εξελιχτεί πολύ. Κι αυτό γιατί άλλαζε η κοινωνία, περνούσε σε ένα ανώτερο επίπεδο οργάνωσης, τον καπιταλισμό. Ο πιο γνωστός μεγάλος πριν τον Χέγκελ ήταν ο Καντ. Τον Καντ τον εξέλιξαν ο Φίχτε κι ο Σέλλινγκ, άλλοι δυο μεγάλοι Γερμανοί φιλόσοφοι, που συμπλήρωσαν σε κάποια σημεία τον Καντ. ( Μην ξεχνάμε, όλοι αυτοί είναι ιδεαλιστές ).
Ο Χέγκελ “πάτησε” πάνω στους Φίχτε κ Σέλλινγκ κ “ξεπέρασε” τον Καντ κ παρουσίασε ένα ολοκληρωμένο λογικό σύστημα φιλοσοφίας, τον διαλεκτικό ιδεαλισμό με απόψεις για τα πάντα: το κράτος, την κοινωνία, την ιστορία, τη γνώση, τη νόηση. Το πιο σημαντικό μέρος της φιλοσοφίας του ήταν η θεμελίωση της διαλεκτικής μεθόδου. Με απλά λόγια, ο Χέγκελ έδειξε πώς ακριβώς σκέφτεται το ανθρώπινο μυαλό, το πώς λειτουργεί η φύση, η σκέψη, όλα. Αυτό που τον έκανε ιδεαλιστή, ήταν ότι “πατούσε” πάνω σε όλη την κυρίαρχη σκέψη των προηγούμενων εποχών κ θεωρούσε δεδομένο ότι υπάρχει θεός κ δυνάμεις ανώτερες πνευματικές.
Ο Χέγκελ βέβαια σαν προοδευτικός που ήταν δεν έλεγε “θεός” αλλά “παγκόσμιο πνεύμα”. Αυτό ήταν το κοινό υπόστρωμα στα πάντα κ την ύλη τη θεωρούσε κατώτερη, άψυχη, κατευθυνόμενη απ’ αυτό το παγκόσμιο πνεύμα. Που πρέπει σαν τη συλλογική συνείδηση των ανθρώπων παντρεμένη με τους νόμους της φύσης, σε μια ενότητα που προϋπήρχε του ανθρώπου. Ο Χέγκελ είχε υποστηρικτές κ μαθητές, “αριστερούς” κ “δεξιούς”. Στους “αριστερούς” ήταν ο Φόιερμπαχ που το γύρισε στον υλισμό αλλά δεν τελειοποίησε τη φιλοσοφία του, είχαν μείνει κάποια ιδεαλιστικά στοιχεία απ’ το δάσκαλό του που δεν μπόρεσε να τα ξεπεράσει.
Τότε ήταν που ήρθαν ο Μαρξ κι ο Ένγκελς. Αφού είδαν ότι ο ιδεαλισμός έχει άλυτα αδιέξοδα στο να εξηγήσει κάποια ιστορικά φαινόμενα κλπ. “αναποδογύρισαν” το σύστημα αυτό, το στήριξαν στα πόδια του, στην ύλη κ το’ καναν διαλεκτικό υλισμό. Φυσικά, δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται, έβγαλαν τα μάτια τους στο διάβασμα για να καταλάβουν την κοινωνία, τη φύση, τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Ιδιαίτερα ο Μαρξ που μελέτησε την πολιτική οικονομία κ μέσα από κει είδε το πως διαμορφώνονται οι κοινωνίες με βάση το πώς παράγουν, έκανε πολύ μεγάλα βήματα στην υλιστική κατανόηση των πραγμάτων. Κ μετά απ’ αυτούς, μερικοί βοήθησαν στο να εξελιχτεί αυτό το φιλοσοφικό σύστημα. Σημαντικές υπηρεσίες προσέφερε ο Λένιν, που μελέτησε κάποια φιλοσοφικά ρεύματα στις αρχές του 20ού αιώνα, ξεσκέπασε τις αδυναμίες, τις ασυνέπειές κ τον κρυφο-ιδεαλισμό τους (Υλισμός κ Εμπειριοκριτικισμός, 1908).
Τι έγινε λοιπόν με τον ιδεαλισμό του Χέγκελ; Ηταν τότε που ο ιδεαλισμός έπιασε το υψηλότερο στάδιό του. Ο Μάρξ, τον αναποδογύρισε κ τον μετέτρεψε σε κάτι άλλο, κ μάλιστα στο ΑΝΤΙΘΕΤΟ του, τον (διαλεκτικό) υλισμό. Ο ιδεαλισμός του Χέγκελ, είχε μέσα του το στοιχείο που τον ανέτρεψε: τη διαλεκτική! Κι εδώ καταλήγουμε: είδαμε πώς λειτουργεί η διαλεκτική, μέσα απ’το σχήμα θέση-αντίθεση-σύνθεση. Πώς ένα πράγμα έχει μέσα του την αιτία που θα το ανατρέψει κ θα το μεταβάλλει σε κάτι άλλο. Είδαμε πώς η ύλη είναι πιο μπροστά από το πνεύμα, αφού όλα οσα γεννάει το μυαλό μας είναι προϊόντα του υλικού εγκεφάλου μας. Κ το πιο σπουδαίο σχετικά με το διαλεκτικό υλισμό: είναι η μόνη θεωρία που ερμηνεύει τον εαυτό της! Για σκεφτείτε το λίγο. Ο διαλεκτικός υλισμός σαν εργαλείο, μας εξηγεί πώς κ γιατί εμφανίστηκε ο διαλεκτικός υλισμός στην ιστορίας της φιλοσοφίας, κάτι που δεν μπορεί να το κάνει καμμιά άλλη φιλοσοφική ή επιστημονική θεωρία.