«Όταν κανείς έχει υπ’ όψιν του το τί έγινε κατά το διάστημα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνος από την άρχουσα τάξιν και τί επηκολούθησεν κατόπιν, εξάγει το συμπέρασμα, που το επικυρώνουν τα αδιάψευστα γεγονότα, ότι η Επανάστασις του 1821 επροδόθη, όχι μόνον από τους κοτζαμπάσηδες και Φαναριώτες, αλλά και από τους αστούς. Αυτή είναι η μόνη ιστορική αλήθεια» γράφει ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος κλείνοντας το βιβλίο του για την επανάσταση του 1821.
Η θέση των κοινωνικών τάξεων τις παραμονές της Επανάστασης
α) Έλληνες χριστιανοί τσιφλικάδες (προεστοί-κοτζαμπάσηδες): είναι υπέρ των Τούρκων, προκειμένου να διατηρήσουν τα φεουδαρχικά τους δικαιώματα.
β) Πατριαρχείο, ανώτερος κλήρος Εκκλησίας και καλόγεροι μοναστηριών: προκειμένου να διατηρήσουν τα προνόμιά τους υποστηρίζουν ανοιχτά τους Τούρκους και καταδικάζουν κάθε προσπάθεια είτε εθνικοαπελευθερωτικού είτε κοινωνικού αγώνα. Εξαίρεση αποτελούν πολλοί παπάδες των χωριών και των πόλεων που ήταν κι αυτοί φτωχοί, ήταν άνθρωποι του λαού και υπέφεραν την ίδια καταπίεση από τους μεγαλοτσιφλικάδες.
γ) Φαναριώτες: λόγω της θέσης τους είναι όργανα του Σουλτάνου και τα συμφέροντά τους ταυτίζονται με τα δικά του.
δ) Νησιώτες αστοί (έμποροι-καραβοκύρηδες): στην προσπάθεια να προωθήσουν τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους έρχονται σε αντιπαράθεση με τους κοτζαμπάσηδες και τους Τούρκους. Σε ορισμένες περιπτώσεις συμμαχούν και με τους φτωχούς αγρότες ενάντια στους τσιφλικάδες. (Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Σάμου, όπου η ταξική πάλη οδήγησε στη διαμόρφωση δύο ανταγωνιστικών κομμάτων: το κόμμα των κοτζαμπάσηδων, οι καλικάντζαροι, και το κόμμα των αστών και των αγροτών, οι καρμανιόλοι.)
ε) Αγρότες, μικροϊδιοκτήτες και ακτήμονες (κολλήγοι): καθώς εντείνεται η καταπίεση των αγροτών από τους Έλληνες τσιφλικάδες, τους κοτζαμπάσηδες, την Εκκλησία και τους Τούρκους πασάδες, η αγανάκτηση κορυφώνεται και διαμορφώνεται μια πιο αγωνιστική διάθεση. Όμως, σε λίγες περιοχές πραγματοποιήθηκαν αγροτικά κινήματα, άλλοτε με εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα και άλλοτε ήταν εξεγέρσεις εναντίον των τσιφλικάδων. Εμπόδιο στο μαζικό και οργανωμένο ξεσηκωμό των φτωχών αγροτών στέκεται το γεγονός ότι είναι διασκορπισμένοι και όχι συγκεντρωμένοι, η μακρά συνήθεια της υποταγής, σε συνδυασμό με την αμάθεια και τη θρησκοληψία που καλλιεργούσαν την αντίληψη ότι τα βάσανά τους ήταν θέλημα θεού και παρέπεμπαν τη δικαίωση στη μετά θάνατον ζωή. Επίσης, ένας μαζικός αγώνας χρειάζεται και πολλά όπλα, τα οποία ούτε υπήρχαν ούτε μπορούσαν να τα χειριστούν οι περισσότεροι. Ωστόσο, όσο ο μαζικός ξεσηκωμός δεν πραγματοποιείται, πολλοί ήταν αυτοί που προέβησαν σε ατομική δράση. Έτσι, γέμισαν τα βουνά της Ελλάδας (όπως συνέβαινε και στα υπόλοιπα Βαλκάνια) με κλέφτες. Όπως παρατηρεί ο Κορδάτος:
«Η κλεφτουριά είναι μια ιδιότυπη μορφή της πάλης των τάξεων…». Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι που παραθέτει από την ανώνυμη λαϊκή Μούσα:
«Βασίλη, κάτσε φρόνημα, να γένεις νοικοκύρης, / για ν’ αποχτήσεις πρόβατα, ζευγάρια κι αγελάδες, / χωριά κι αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν.
– Μάννα μ’, εγώ δεν κάθομαι να γένω νοικοκύρης, / να κάμω αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν / και να ’μαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι στους γερόντους*.»
* εννοεί τους κοτζαμπάσηδες
Οι κοτζαμπάσηδες αντέδρασαν με όσα μέσα είχαν και πολλές φορές μαζί με τους Τούρκους χτυπούσαν τους κλέφτες. Κάποια στιγμή σκέφτηκαν ότι θα ήταν αποτελεσματικότερο να διασπάσουν εσωτερικά τους κλέφτες. Έτσι, έπεισαν την τουρκική εξουσία να οργανώσουν ένοπλα σώματα από κλέφτες που είχαν συλληφθεί και θα έπαιρναν επί τούτου αμνηστία, στους οποίους θα έδιναν και καλούς μισθούς και θα τους επέτρεπαν κάθε ασυδοσία στα ορεινά μέρη. Αυτοί ήταν οι αρματολοί και πράγματι η δράση τους περιόρισε τη δράση των κλεφτών.
στ) Έλληνες αστοί των παροικιών: η δημιουργία Ελληνικού Κράτους αποτελούσε μια πραγματική ανάγκη της ελληνικής αστικής τάξης των παροικιών, δεδομένου ότι ένα τέτοιο κράτος θα τους προσέφερε έναν προνομιακό χώρο να δραστηριοποιηθούν επιχειρηματικά. Όμως, η ήττα του Ναπολέοντα και η επικράτηση των φεουδαρχικών δυνάμεων αποθάρρυνε τους περισσότερους Έλληνες των παροικιών της δύσης από την οργάνωση της επανάστασης. Από την άλλη, οι Έλληνες των παροικιών της ανατολικής Ευρώπης, παρά την προσχώρηση της Ρωσίας στην Ιερά Συμμαχία –η οποία καταδίκαζε κάθε εθνικό και κοινωνικό κίνημα–, συνεχίζουν να είναι προσηλωμένοι στον αγώνα, με την πεποίθηση ότι τελικά το αντιτουρκικό αίσθημα των Ρώσων θα κυριαρχήσει και θα τους βοηθήσουν.
Πέρα από τα πιο γνωστά γεγονότα της Επανάστασης, τις πιο γνωστές μάχες και πρόσωπα, τις Γερουσίες και τις Εθνοσυνελεύσεις, διαδραματίστηκε και ένας παράλληλος αγώνας, που συνήθως αποσιωπάται, διότι οι αγωνιζόμενοι ηττήθηκαν και την ιστορία τους δεν την είπε κανείς. Πρόκειται για όλους αυτούς τους λαϊκούς αγώνες που έλαβαν χώρα σε κάθε περιοχή της επαναστατημένης Ελλάδας ενάντια στους κοτζαμπάσηδες. Ο φτωχός λαός, πότε σε συμμαχία με αστικά στοιχεία και πότε μόνος του, μαζί με την απόφαση να διώξουν τον κατακτητή, πολέμησαν για να λυτρωθούν και από τους άμεσους καταπιεστές τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Καρατζάς στην Πάτρα, ένας δημοκράτης και τσαγκάρης στο επάγγελμα, ο οποίος ξεσήκωσε το λαό την 21 Μαρτίου και χτυπήθηκε με τους Τούρκους μέσα στην πόλη. Οι πρόκριτοι και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός σύρθηκαν από τις εξελίξεις. Όμως, όταν αργότερα και υπό την πίεση των τουρκικών στρατευμάτων, αυτοί υποχώρησαν ο Καρατζάς συνέχισε τον αγώνα, ώσπου οι πρόκριτοι θεώρησαν ότι δεν τους συνέφερε και οργάνωσαν τη δολοφονία του. Παρόμοια γεγονότα συνέβησαν σε όλη την Ελλάδα. Έτσι, τα κατά τόπους λαϊκά στοιχεία του αγώνα «απαλείφονταν από την εξίσωση» και κυριαρχούσαν τα παλαιά αντιδραστικά στοιχεία.
Το λαϊκό κίνημα δεν κατόρθωσε να πάρει πιο στέρεα χαρακτηριστικά και να νικήσει, διότι, σε ένα βαθμό, δεσμευόταν από ένα τοπικιστικό πνεύμα και την έλλειψη προοπτικής. Από τη μία ζητούσε γη, αλλά στρεφόταν αυθόρμητα κατά των τοπικών κάθε φορά αρχόντων-τσιφλικάδων, χωρίς να έχει διαμορφώσει μια συνειδητή πολιτική αντίληψη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, ότι όλα αυτά που παρουσιάζονταν ως εμφύλιοι σπαραγμοί ήταν στην ουσία ταξικοί αγώνες.
Από την άλλη, αυτοί οι παλαιοί κοτζαμπάσηδες, πρόκριτοι και οι Φαναριώτες, ήταν ανοιχτά ξενόδουλοι ακόμη και κατά τη διάρκεια του αγώνα. Από την πρώτη χρονιά της Επανάστασης ο Μαυρομιχάλης έστειλε μια επιστολή, όπου παρακαλούσε να μεσολαβήσουν διάφοροι παράγοντες για να παραδώσουν τη χώρα στους Άγγλους. Λίγο μετά, το 1823, οι Κουντουριώτες και οι κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου πρότειναν να προωθήσουν αίτημα προς τις Μ. Δυνάμεις να διορίσουν έναν ξένο πρίγκιπα ως βασιλιά. Αλλά η κορύφωση της προδοτικής δράσης των αστών και των τσιφλικάδων έρχεται με τα αγγλικά δάνεια και τους όρους τους. Όταν η Αγγλία για τους δικούς της λόγους αποφάσισε να δώσει δάνεια στους επαναστατημένους Έλληνες, το έκανε με σκανδαλώδη τρόπο. Το 1824 από 800.000 λίρες εκταμιεύθηκαν μόνο 250.000. Την επόμενη χρονιά από ονομαστικής αξίας δάνειο 2.000.000 λιρών η ελληνική πλευρά έλαβε μόνο 230.115 λίρες και το υπόλοιπο καταβροχθίστηκε στο Λονδίνο. Γράφει ο Κορδάτος:
«Οι Έλληνες αστικοτσιφλικάδες τα κατάφεραν να υποδουλώσουν τον ελληνικό λαό εις το αγγλικόν κεφάλαιον. Αντί να εξοδεύσουν αυτοί δια τας ανάγκας του πολέμου –και είχαν μεγάλες περιουσίες– υποθήκευσαν την εθνική περιουσίαν εις τους Άγγλους και πήραν μερικά ψίχουλα δανείου, τα οποία εμοιράσθηκαν, εννοείται μεταξύ των. Εβόησε τότε όλος ο προοδευτικός κόσμος της Ευρώπης, δια τα ληστρικά αυτά δάνεια. Οι Άγγλοι όμως χρηματοδόται ήξευραν τι έκαμαν: εκτελούντες μυστικάς εντολάς της αγγλικής κυβερνήσεως, ενέγραφον υποθήκην επί των εθνικών γαιών και ητοιμάζοντο, ευκαιρίας δοθείσης, να κάμουν κατοχήν εις την Πελοπόννησον.»
Ενδεικτικό της προδοτικής στάσης και δουλοπρέπειας αυτών των στοιχείων είναι το υπόμνημα του Φαναριώτη Μαυροκορδάτου προς τον υπουργό εξωτερικών της Αγγλίας Κάννινγκ:
«… Η ανεξαρτησία της Ελλάδος είναι η μόνη διέξοδος, η φέρουσα εις την ίδρυσιν του φραγμού εκείνου, τον οποίον η σωτηρία της Ευρώπης απαιτεί κατά της κολοσσιαίας δυνάμεως της Ρωσσίας. Άλλοτε τον φραγμόν τούτον παρείχεν η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά της Δυνάμεως του Βορρά, ο παρών όμως αγών των Ελλήνων απέδειξε αυτήν ανίκανον να εκτελή του λοιπού το έργον τούτο […] Αποτέλεσμα της συνεννοήσεως ταύτης (δηλαδή Ελλάδος και Τουρκίας) έσται ότι η Αγγλία, Πύλη και Ελλάς θα αποτελέσουν του λοιπού μίαν και μόνην, δια να είπω ούτω, δύναμιν, ήτις θ’ αντιταχθή κατά της Ρωσσίας και τέλος η ένωσις αύτη θ’ αποτελεί μίαν επιπλέον εγγύησιν, ην προσεκτάτο η Αγγλία κατά των αποπειρών της τε Ρωσσίας και πάσης άλλης Ευρωπαϊκής Δυνάμεως εναντίον του αγγλικού εμπορίου των Ινδιών…»
«Έτσι, ως τα σήμερα, εσυνεχίσθη η οικονομική υποδούλωσις και αποστράγγισις του λαού και την θέσιν των Τούρκων μπέηδων, αγάδων και πασάδων, την επήραν αυτοί, που είχαν γίνει το ίδιο όπως και οι Τούρκοι κατακτηταί, ληστές και γδύστες, μαζί με τους ξένους δανειστές μας. Από το 1823 ως τα τώρα το ξένον κεφάλαιον, έχοντας τοποτηρητάς και εντολοδόχους του εις την χώραν μας τους αστοτσιφλικάδες, εγύμνωσε κάθε ικμάδα του τόπου, ελήστευσε τον λαόν και έκράτησε την χώραν καθυστερημένην, δια να μπορεί να μας μεταχειρίζεται ως αποίκους.
«Όταν κανείς έχει υπ’ όψιν του το τί έγινε κατά το διάστημα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνος από την άρχουσα τάξιν και τί επηκολούθησεν κατόπιν, εξάγει το συμπέρασμα, που το επικυρώνουν τα αδιάψευστα γεγονότα, ότι η Επανάστασις του 1821 επροδόθη, όχι μόνον από τους κοτζαμπάσηδες και Φαναριώτες, αλλά και από τους αστούς. Αυτή είναι η μόνη ιστορική αλήθεια».
Απόσπασμα της εισήγησης του Μιχάλη Χονδροκούκη σε εκδήλωση του Συλλογου «Γιάννης Κορδάτος»με θέμα τα ιστορικά γεγονότα και τη συμβολή της σκέψης και της ιστορικής ανάλυσης του Γ. Κορδάτου στην κατανόηση της Ιστορίας. Το 1924 κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το έργο του Γιάνη Κορδάτου «Η κοινωνική σημασία της ελληνικής επαναστάσεως του 1821». Το κράτος και η Ιερά Σύνοδος το καταδίκασαν άμεσα. Το βιβλίο κυκλοφορεί και αξίζει να διαβαστεί. Περισσότερα εδώ.