Θάλασσα κόκκινη και λάσπη στο βυθό, / το πέλαγος ξεχείλισε από αίμα, / σωσίβια, ρούχα και μανάδες στον αφρό. / Ο ήλιος, τώρα… έφτασε στο γέρμα.
Δεν είναι Έλληνες που χάθηκαν στα πλοία / -της Νέας Υόρκης η γραμμή έχει αλλάξει- //ούτε σκιές λησμονημένες στα ορυχεία. / Του Κάτω Κόσμου η εποχή έχει χαράξει.
Κι αποξεχάστηκε στα σύνορα η μνήμη, / το φόρεμά της χάθηκε στο κύμα, / στη Χίο, στη Λαμπεντούζα και στη Σύμη, / κάποιος την είδε να κοιμάται σ’ ένα μνήμα.
«Το φόρεμα της μνήμης» – Χρήστος Τσαντής
Ένας αριθμός, μια ημερομηνία κι ένα ψυχρό ανέξοδο κατευόδιο – «άγνωστος». «Αφγανός» (κατά προσέγγιση) ή ότι άλλο σκεφτεί αυτός που εντέλλεται να «γράψει» το φινάλε …
«Άγνωστος», ένας ακόμη απ’ τους πολλούς απελπισμένους πρόσφυγες που πιάστηκε στην ξόβεργα και δεν κατάφερε να κάνει το όνειρο να ζήσει. Χωρίς χαρτιά, χωρίς ταυτότητα, χωρίς κανέναν να τον κλάψει, χωρίς ποτέ να μάθει όποιος τον αγάπησε ποια χώματα τον έχουνε στη γη σκεπάσει.
Πουλί πετούμενο της κοσμοχαλασιάς και της αδιαφορίας θύμα καλό ταξίδι … – και μια υπόσχεση: Όσοι δεν σε ξεχάσουμε είμαστε τόσοι κι αρκετοί τον κόσμο αυτό να αλλάξουμε.
«Τίποτα δεν πάει χαμένο / στη χαμένη σου ζωή, / τ’ όνειρό σου ανασταίνω / και το κάθε σου “γιατί”» .
Άκις Ξενάκις