10 χρόνια κρίσης μπορεί να μην είναι αρκετά ή είναι ακόμα πολύ λίγα προκειμένου η κοινωνία να συνειδητοποιήσει ότι έχει ήδη εισέλθει σε μια νέα εποχή – μετά τις καταρρεύσεις των διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων το 2007 – και από την οποία επιστροφή δεν υπάρχει, με τους όρους και τις προϋποθέσεις του παρελθόντος. Οι συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικές. Τα κεφάλαιο επιδιώκει στρατηγικά και μέσα στις συνθήκες του άκρατου και ανελέητου ανταγωνισμού που παράγει να επιβάλλει πρωταρχικά την πολιτική του κυριαρχία στην εργατική τάξη έχοντας προαποφασίσει και σχεδιάσει ακόμα και την εκτεταμένη καταστροφή ολόκληρων κλάδων και τμημάτων της παγκόσμια.
Τι μας δίδαξε μια δεκαετία μνημονίων, προαπαιτούμενων, αξιολογήσεων; Που κατέληξαν όλα αυτά τα τερτίπια της πολιτικής διαχείρισης όλων των κυβερνήσεων; Στην απόλυτη παράδοση της εργατικής τάξης στις ορέξεις του κεφαλαίου χωρίς να ανοίξει μύτη. Ακόμη χειρότερα, το μεγαλύτερο μέρος της τάξης – και μαζί η πλειοψηφία της κοινωνίας – έχει αποδεχτεί ότι έρχονται και χειρότερα, αλλά συνεχίζει να παραμένει βυθισμένη σε αυτό το θανατηφόρο λήθαργο των τελευταίων ετών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ που εάν δεν υπήρχε το κεφάλαιο θα έπρεπε να τον έχει εφεύρει, κατόρθωσε να εξασφαλίσει όχι την πολυπόθητη μόνο «κοινωνική ειρήνη» που ορέγονταν οι καπιταλιστές τα παλαιότερα χρόνια, αλλά να οδηγήσει μια ολόκληρη κοινωνία με τα χέρια ψηλά στην παράδοση κι η τελευταία συνεχίζει ακόμα να ελπίζει φορτωμένη επιπλέον με ενοχές και αυταπάτες μαζί.
Η άλλη αριστερά, η τουλάχιστον ότι έχει απομείνει ακόμη όρθιο, αντιμετωπίζει μια κατάσταση που δεν είχε προβλέψει, φαίνεται ότι δεν την έχει ακόμα επαρκώς κατανοήσει, χρησιμοποιεί δυστυχώς εργαλεία ανάλυσης παλαιάς κοπής και δράσεις εθιμοτυπίας που δεν απειλούν ούτε στο ελάχιστο τους σχεδιασμούς της κυρίαρχης τάξης.
Παρένθεση: Όσοι θεωρήσουν ότι η φράση «ότι έχει απομείνει ακόμη όρθιο» είναι βαριά και υποτιμάει τη «μεγάλη δυναμική» της «δικής τους ισχυρής αριστεράς» ή είναι επαρκώς βολεμένοι ακόμη ή θεότυφλοι.
Οι 24/ωρες και οι επετειακές αντιστάσεις «για την τιμή των όπλων», δεν έχουν κανένα όφελος, δεν συγκινούν την κοινωνία και την εκμεταλλευόμενη τάξη, δεν απειλούν το σύστημα που έχει καταφέρει και μας έχει υποτάξει. Δεν το απειλούν γιατί αυτή η δυναμική που παράγουν δεν είναι ικανή από μόνη της να οδηγήσει σε ανατροπές τέτοιας κλίμακας που μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση κατ’ αρχήν στον αντίπαλο, να ανακόψει την επίθεση και αμέσως μετά να ξεκινήσει ανατροπές. Αυτό καθόλου δεν σημαίνει ότι τις αναιρούμε. Για να αποκτήσουν όμως αυτές οι «πανελλαδικές», «παναττικές» κ.λ.π. δράσεις ανατρεπτική δυναμική οφείλουν αν είναι οι κορυφώσεις μιας καθημερινής αντιπαράθεσης με το σύστημα σε όλα τα επίπεδα από τα κάτω και παντού. Αυτό δεν έρχεται ως αποτέλεσμα κάποια φωτισμένης καθοδήγησης η πρωτοπορίας αλλά ως αποτέλεσμα της ενίσχυσης αυτοοργανωμένων δομών και της οριζόντιας διασύνδεσης μεταξύ τους, η εξασφάλιση της δυνατότητας σε καθέναν να συμμετέχει ισότιμα, να μιλήσει και να ακουστεί, να δοκιμάσει νέες μορφές αγώνα, να εκτονώσει την οργή του στους δρόμους, γιατί μόνο έτσι στην τελική μπορεί να συνειδητοποιήσει τη δύναμη και τη δυνατότητά του να ανατρέψει συλλογικά.
Παρένθεση-2: Στον αντίποδα αυτής της λογικής υπάρχει η μοναστηριακή αντίληψη που προϋποθέτει την πίστη, την εκ προοιμίου συνειδητοποίηση κι έπειτα την στρατευμένη και περιφρουρημένη πάλη. Χαρήκαμε. Τα αποτελέσματα είναι ορατά όλα αυτά τα χρόνια.
Εν κατακλείδι: Οι ζωές μας έχουν υποθηκευτεί. Οι σχεδιασμοί προσβλέπουν στο οριστικά, αλλά για το αμετάκλητα έχουμε ακόμα – και πάντα έτσι θάναι – εμείς το λόγο. Ή παίρνουμε αυτό «το λόγο» στα χέρια μας ή περιμένουμε σε μίαν άλλη ζωή …