Ο «Ανυπόμονος» παπάς της αντίστασης. –
«Ένα θα σας πω μονάχα και να βγάλετε εσείς το συμπέρασμά σας. Ξέρετε τι θα πει να είσαι νηστικός, να είσαι βρεγμένος, να είσαι ξυπόλητος, ψειριασμένος, να παίζεις τη ζωή σου μονά -ζυγά και να τραγουδάς; Αυτή ήτανε η εθνική μας αντίσταση»
Το 1942 ήταν ηγούμενος στη μονή Δαδιού, τη σημερινή Αμφίκλεια. Την ίδια εποχή ο περίφημος καπετάνιος του ‘Αρη Δημήτρης Δημητρίου ή Νικηφόρος εξουδετέρωσε τη γερμανική φρουρά του σιδηροδρομικού σταθμού Αμφίκλεια. Για αντίποινα οι Ιταλοί, που είχαν την ευθύνη του χωριού και για να δικαιολογηθούν στους Γερμανούς, εκτέλεσαν δέκα Έλληνες, ανάμεσα τους και 4 παιδιά που τα μάζεψαν από το χωριό ενώ έπαιζαν μπάλα.
«Ο Άρης υπήρξε ο Ένας. Δεν υπάρχει άλλος. Ένας ο οποίος ήξερε να αξιοποιεί την προσφορά των πολλών. […] όλη η λάσπη που θέλησαν να ρίξουνε ακόμα και κάποιοι «σύντροφοι του», που να τους πάρει ο Θεός – όσοι ζούνε ακόμα – να ξεβρομίσει ο τόπος, δεν μπόρεσε να τον αγγίξει …»
Τον Μάιο του 1943 οι Ιταλοί έκαναν έρευνες στο χωριό και τη γύρω περιοχή, τρομοκρατώντας τους κατοίκους. Τι είχε συμβεί; Το ΕΑΜ είχε απαγάγει και εκτελέσει τον Ιταλό φρούραρχο, τον άνθρωπο που είχε μαζέψει τα παιδιά από το παιχνίδι. Αυτό στάθηκε η αφορμή που ο ηγούμενος Γερμανός μαζί με άλλους έφυγαν από το χωριό και πήγαν στην Καλοσκοπή της Γκιώνας για να καταταγούν στον ΕΛΑΣ. «Εκεί πρωτοείδα τον ‘Aρη Βελουχιώτη.
[…] Με συνέστησαν στον Άρη. Στην αρχή μού λέει: «Παπούλη, καλύτερα να μείνεις στο μοναστήρι για να μας βοηθάτε από εκεί. Η προσφορά σου θα είναι μεγαλύτερη αν μείνεις εκεί που είσαι τώρα. Εδώ έχουμε κόσμο». «Δεν με σηκώνει πια ο τόπος, έφτασε ο κόμπος στο χτένι», του απάντησα. «Καλά, άμα είναι έτσι κάτσε, αλλά δεν θα αντέξεις. Είναι σκληρή η ζωή εδώ πέρα», μου λέει. – «’Οσο αντέξω», του απάντησα διπλωματικά».
Οι νεοκαταταγέντες πήγαμε να γραφτούμε και να πάρουμε ψευδώνυμο. Καθόμασταν που λες σε μια αλάνα, και ο στρατολόγος, ο Λευτέρης Χρυσιώτης που αργότερα εξοντώθηκε με όλον τον λόχο του, μας έγραφε σε ένα τετράδιο. Εγώ βιαζόμουνα να με γράψει. -Καπετάν Λευτέρη εγώ τι ψευδώνυμο να πάρω; -Θα σου δώσω κι εσένα παππούλη. Τότε πετάχτηκε ο ‘Αρης που καθόταν πάνω σε ένα κούτσουρο και είπε: «Μην είσαι ανυπόμονος, θα σου δώσουμε κι εσένα». Έτσι μου έμεινε το «ανυπόμονος». [από συνέντευξη στο Ντίνο Γιώτη στην «Ελευθεροτυπία» το 1999]
Πήρε μέρος σε όλες τις μάχες. Μπροστάρης και ατρόμητος. Υπερασπίστηκε τα χώματα και τις πεζούλες της πατρίδας του, υπερασπίστηκε την αξιοπρέπεια και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Κυνηγήθηκε αργότερα, βασανίστηκε, δικάστηκε μέχρι τα χρόνια της εφτάχρονης δικτατορίας, αθωώθηκε και πέθανε τελικά στα 92 του χρόνια το 2004, παραμένοντας παπάς όπως το ήθελε. Μια ηρωική μορφή της Εθνικής αντίστασης που δεν ευτύχησε να τα έχει καλά με όλους τους ιστορικούς, ιδιαίτερα τους στρατευμένους, γεγονός που τον κράτησε αρκετά χρόνια μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας που άλλωστε ποτέ του δεν την επεδίωξε. Αντίθετα. Αν είναι να κρατήσουμε κάτι από αυτό τον παπά της αντίστασης και που τον χαρακτήριζε σε όλη τη ζωή του στα βουνά είναι ο χαρακτηρισμός που το προσέδωσε ο Άρης. Ανυπόμονος.
Τούτες τις μέρες λοιπόν που είθισται να ευχόμαστε και να ανταλλάσσουμε ευχές στην αλλαγή του χρόνου, ευχόμαστε κι εμείς με τη σειρά μας να είμαστε και να ζήσουμε ανυπόμονοι. Η υπομονή σκλαβιές κλωσάει. Τα χρόνια της υπομονής μας σκλάβωσαν. Καιρός να πάμε αλλιώς. Ανυπόμονοι μέχρι να ζωντανέψουν τα όνειρά μας, να ζήσουμε και να κατακτήσουμε όλα όσα μας ανήκουν.
Β.Σ